Δευτέρα 3 Νοεμβρίου 2008

Η αβάστακτη φαιδρότητα της ιστορικής αλήθειας


Πώς ονομάζονταν οι ντόπιοι Σλάβοι, πριν την δουν "Μακεδόνες"; Απλά ας τους επιβληθεί το αρχικό τους εθνώνυμο, και πρόβλημα τέλος: Πηγές του Μεσαίωνα, τους αναφέρουν ως ΔραγοβίτεςΔρουγοβίτες ή κάτι παρόμοιο.
Αν δεν μπορεί ν'αποτραπεί η χρήση του στοιχείου της "Μακεδονίας" στο εθνώνυμο της γείτονος, ωφέλιμο είναι να περιοριστεί τουλάχιστον ως επιθετικός προσδιορισμός. Το ουσιαστικό έχει μεγαλύτερη σημασία, όσον αφορά τη διεθνή ονομασία. Ως «Μακεδονική Ντραγκοβίτσια» ας πούμε, ο τυχαίος άνθρωπος της υφηλίου, ο Βραζιλιάνος, ο Κενυάτης θα καταλήξει ν'αποκαλεί τη χώρα, «Ντραγκοβίτσια».
Οι Σλαβομακεδόνες λυσσάνε γιατί είναι πιο ημιμαθείς και βλαμμένοι από Ελληναράδες. Η γραμμή τους είναι η εξής:
  • -- Οι Μακεδόνες ήταν διακριτό έθνος από τους υπόλοιπους αρχαίους Έλληνες. Έτσι καμαρώνουν ...ως "Βάρβαροι", που ήταν ο δημοφιλής επιθετικός προσδιορισμός αντι-φιλιππικών Αρχαίων Αθηναίων δημαγωγών για τον Φίλιππο Β΄ και το λαό του.
  • -- Υπάρχει «Ιστορική Συνέχεια» μεταξύ Μακεδόνων και Σλαβομακεδόνων, ...ακόμα και αν δεν έχουν καμμία σχέση γλωσσικά!
  • -- Αντιθέτως, οι Αρχαίοι Έλληνες ήταν απόγονοι (DNA και τα ρέστα..!) υποσαχάριων Αφρικανών...
  • -- ...αλλά και να μην ήταν (απόγονοι υποσαχάριων Αφρικανών) δεν έχει καμμία σημασία, αφού δήθεν εμείς οι Έλληνες ΔΕΝ έχουμε «Ιστορική Συνέχεια», λόγω υψηλών επιμειξιών με άλλα έθνη, ...παρόλο που μιλάμε γλώσσα που προέρχεται από την Αρχαιότητα.
Σαθρά επιχειρήματα εσωτερικής κατανάλωσης, που άνετα αντικρούονται διεθνώς. Αυτό που δεν αντιμετωπίζεται εύκολα, είναι το brandname "Macedonia". Και στο θέμα αυτό, η Ελλάδα έχει ήδη ηττηθεί.. Για την Ευρωπαϊκή Ένωση, το ζήτημα δεν υφίσταται επίσημα. Οι περισσότερες χώρες της Οικουμένης αποκαλούν την υπόδικο χώρα ως F.Y.R.O.M. (Macedonia), ή ως Macedonia (FYROM). Σε αντιδιαστολή με τα εσωτερικής κατανάλωσης ινάτια και δογματικές κορώνες της GR (--> Greece), η παρούσα τακτική της ΜΚ (--> FYROM), έγγυται πια στην αποτελεσματικότατη αφαίρεση της παρένθεσης από την υπάρχουσα ονομασία! 

Βαριεστημένες από το όλο ζήτημα, μία, μία οι χώρες της παγκόσμιας κοινότητας εγκαταλείπουν το (FYROM), και διατηρούν το Macedonia
Ο Κόσμος το'χει τούμπανο, και οι δικοί μας ταγοί (ακαδημαϊκή κοινότητα, υπουργείο Εξωτερικών, ΚΥΣΕΑ, ΕΥΠ), ..κρυφό καμάρι! 


image001.gif

Σκόρπιες
σκέψεις με αφορμή το Μακεδονικό Ζήτημα…

Ο κατατεμαχισμός της Γιουγκοσλαβίας, το 1989, υπήρξε συμφορά για τους πολίτες της, αλλά και μπελάς για τους Έλληνες. Από παράγοντας εξασφάλισης της προς Ελλάδα και Βουλγαρία μεθορίου (buffer province) για τους Σερβο-Κροάτες κουμανταδόρους της, η Γιουγκοσλαβική Δημοκρατία της Μακεδονίας έγινε απρόσμενα ανεξάρτητο και κυρίαρχο κράτος. Αιφνιδιασμένοι άπαντες οι κάτοικοι της Ελλαδίτσας βρέθηκαν να τους πνίγει το δίκιο. Μα υπάρχουν άλλοι Μακεδόνες, εκτός από τους Έλληνες Μακεδόνες; 
Στην πορεία κάποιοι επανήλθαν[, ενώ άλλοι κυλίσαν σε ελλλεινοναζί]..! Επιλέξαν να ξεχάσουν οι παγίως γερμανολάτρες εθνικόπορδες της ημετέρας πατρίδος, ότι ως Mazedonien, αντιμετώπιζε την Δραγοβιτία και ο Κεντρικός Σχεδιασμός του Δευτέρου Ράιχ (1871-1919) και του Τρίτου Ράιχ (1933-1945). Από τον κρυφοφασιστικό παρωπιδισμό μας, οι Έλληνες απωλέσαμε την κοινή λογική. Η ουσία είναι ότι αντί ν'αγκαλιάσουμε το σλαβικό έθνος που ήταν πιο κοντά σ'εμάς τους Έλληνες (γεωγραφικώς, πολιτιστικώς, ιστορικώς), στήσαμε ένα μίνι Ψυχρό Πόλεμο, και ακόμα γελάει το σύμπαν με την χαζομάρα μας. Κυρίως βέβαια γελούν οι κομισάριοι στους διαδρόμους των Βρυξελών, που ενεθάρρυναν και μακροημέρευσαν το Μακεδονικό Ζήτημα, την ίδια στιγμή που μας έβαλαν και στηρίξαμε με κεφάλαια το τραπεζικό σύστημα [και] της Δραγοβιτίας, που μας βάλαν και αγοράσαμε και τον βασικό τηλεπικοινωνιακό πάροχο της νεαρής χώρας [μαζί με της Αλβανίας, της Σερβίας, της Βουλγαρίας, της Αρμενίας και της Ρουμανίας], μονάχα για να τα πουλήσουμε οοόλα μαζί στην Deutsche Telekom!
Αντιμέτωπη με την πλήρη απουσία πραγματικών επιχειρημάτων, αλλά και με περίσσεια ασυλλόγιστων ιαχών από τη νεοβαρβαρίζουσα πλειονότητα του ελληνικού λαού, μια από τις ελλαδικές κυβερνήσεις κατέληξε στην απαράδεκτη επιβολή στη διεθνή κοινότητα, της προσωρινής ονομασίας "Former Y.R.ο.M.", ελληνιστί "ΦΥΡΟΜ", και τον εναλλακτικό, εσωτερικής καταναλώσεως, όρο "Σκόπια". Τουλάχιστον, παράλληλα επιβλήθηκε πολύ ορθά η κατάργηση του άρτι υιοθετηθέντος εθνικού συμβόλου τους, του Ήλιου της Βεργίνας, όπως είναι πλέον γνωστό το οικόσημο των Αργεαδών, του ενδόξου οίκου του Φιλίππου Β΄ και του Αλεξάνδρου Γ΄ του Μέγα. Όμως στη δίνη των πολιτικών εξελίξεων και την ανυπαρξία ή ανικανότητα της ελλαδικής διανόησης, απωλέσθηκε τότε οριστικά η ουσία του πράγματος.
Το κρίσιμο ερώτημα που έπρεπε να αναρωτηθεί εγκαίρως η ιντελιγκέντσια της Ελλάδας, ήταν: Πώς στην ευχή ονομάζονταν αυτοί, πριν την δουν "Μακεδόνες"; Απλά ας τους επιβληθεί το αρχικό τους εθνώνυμο, και πρόβλημα τέλος. Η απάντηση είναι τόσο απλή: Ως Δραγοβίτες, Δρογουβίτες, Δραγουμέτες, ή κάτι παρόμοιο τους αναφέρουν πλείστες ελληνικές και λατινικές πηγές του Μεσαίωνα.
Αν δεν μπορεί ν'αποτραπεί η χρήση του στοιχείου της "Μακεδονίας" στο εθνώνυμο, ωφέλιμο είναι να περιοριστεί τουλάχιστον ως επιθετικός προσδιορισμός. Το ουσιαστικό έχει μεγαλύτερη σημασία, όσον αφορά τη διεθνή ονομασία. Ως "Μακεδονική Ντραγκοβίτσια" ας πούμε, ο τυχαίος άνθρωπος της υφηλίου, ο Βραζιλιάνος, ο Κενυάτης θα καταλήξει ν'αποκαλεί τη χώρα,"Ντραγκοβίτσια".
Τόποι με ελληνικές ονομασίες υπάρχουν σε όλο τον κόσμο. Από τις επονομαζόμενες χαμένες πατρίδες, που εκτείνονται στις πολιτισμικές περιοχές της Ανατολίας, του Πόντου, του Λεβάντε και του Ιονίου, έως χώρες μακρινές που καμία άλλη σχέση δεν έχουν με τον Ελληνισμό, εκτός από τον ενδεχόμενο θαυμασμό για επιτεύγματα του παρελθόντος. Χαρακτηριστικό παράδειγμα πολυάριθμων ελληνικών τοπωνυμίων αποτελεί η Αμερικανική Ήπειρος που καμαρώνει με ονόματα όπως Φιλαδέλφεια, Αλεξάνδρεια, Αντιόχεια, Αρκαδία, Αττική, Αθήνα, Σπάρτη, Συρακούσες, νήσος Ρόδος (Rhode Island, μια από τις πρώτες 13 πολιτείες των ΗΠΑ), Νέα Σμύρνη (New Smyrna Beach, αποικία ιθαγενών απ'όλη τη Μεσόγειο, κυρίως από τις Βαλεαρίδες Νήσους, που ίδρυσαν οι Άγγλοι κατά τη διάρκεια σύντομης κατοχής της Φλόριδας). Όμως με τους Σλαβομακεδόνες να διεκδικούν δυναμικά ολόκληρη την κληρονομιά των αρχαίων Μακεδόνων, το θέμα ξεφεύγει από μια απλή αντιγραφή ονόματος. Άλλωστε η εθνική συνείδηση είναι κάτι το ρευστό, το εύκολα διαμορφώσιμο, αφού κάθε άνθρωπος είναι, γίνεται, ή χειραγωγείται ώστε να γίνει, ότι εθνικότητα αυτός επιθυμεί. Δυστυχώς για τους ανταγωνιστές της, παράδειγμα τρανό αποτελεί η κεμαλική Τουρκία που έχει κερδίσει την εθνική αφοσίωση αρκετών κοινοτήτων της πάλαι ποτέ Ρωμιοτουρκίας, παραμελημένων από τους αδιάφορους, μη-Μουσουλμάνους κηδεμόνες τους, βάζοντας με επιτυχία στον ίδιο ντουρβά, μεταξύ άλλων, Βόσνιους, Τουρκαλβανούς, Πομάκους (Μουσουλμάνοι Βούλγαροι), Τάταρους, Ντονμέδες, Τουρκόγυφτους, Τουρκοκρητικούς, Τουρκογιαννιώτες, Τουρκοποντίους, Βαλαάδες, Τσερκέζους (Κιρκάσσιοι), Καμπαρντίνους, Τουρκογεωργιανούς, Λαζούς και Γκαγκαούζους (μείξη Ρωμιών με Ούζους & Πετσενέγους), εντός κι εκτός των σημερινών ορίων της χώρας.
Η ουσία του μακεδονικού ζητήματος είναι ότι ΥΠΑΡΧΕΙ σλαβόφωνο έθνος, διακριτό από τους υπολοίπους Σλάβους, που διεκδικεί, μαζί με το "Μακεδονία" ως εθνικό προσδιορισμό, ολόκληρο το ιστορικό και πολιτιστικό πακέτο που αυτός υποδηλώνει. Το ζήτημα ξεκίνησε, αρκετά παλιά (16ος-17ος αι), από οικογένειες Δρουγουβιτών, όπως οι Οχμούτσεβιτς και οι Σκορόεβιτς, στην προσπάθειά τους ν'αποδείξουν την ευγενική καταγωγή τους. Πρόκειται δηλαδή για περίπτωση "γενεαλογικής μυθοπλασίας", γνωστή πρακτική για καινοφανείς οίκους αριστοκρατών που αγωνιούν να δικαιολογήσουν έτσι την ανωτερότητά τους. Τρανταχτό παράδειγμα αποτελεί ο ισχυρισμός του φραγκικού οίκου των Μεροβίγγειων ότι προήλθε από τον Ιησού και τη Μαρία Μαγδαληνή. Εκπρόσωποι της αρμενο-ρωμέικης (χαϊχου-ρουμ) αριστοκρατίας η οποία διαμορφώθηκε σταδιακά, συγχρόνως με την ανάκαμψη της Ρωμανίας (9ος-10ος αι), επίσης διέπρεψαν στη γενεαλογική μυθοπλασία. Η τεχνική είναι απλή. Καλλιεργείς το ψέμα σου, κι αν πιάσει, έπιασε.

Όποιος αρνείται να δεχτεί τη δυναμική μάρκετινγκ πίσω από τέτοια ζητήματα, ας αναρωτηθεί γιατί, π.χ. συρρέουν πλήθη στο Ροβανιέμι της Χώρας των Φίννων για να τιμήσουν το Σάντα Κλος, τον Άγιο Νικόλα, αντί να προσέλθουν στο Μπάρι της Ιταλίας, δηλαδή στον τόπο όπου αναπαύεται το λείψανό του, ή στα Μύρα της Τουρκίας, όπου έδρασε, ή εν πάσει περιπτώσει στην Αλάσκα των ΗΠΑ, δηλαδή της χώρας όπου τελειοποιήθηκε το σημερινό image του Αγίου. Μήπως απλά οι Φιλανδοί έδρασαν πιο φίνα από τους Ιταλούς, τους Τούρκους και τους Αμερικανούς; Παράδειγμα δεύτερο, οι δύο θυγατρικές Εκκλησίες που σχηματίστηκαν το 1054, ύστερα από το Σχίσμα της Αγίας Καθολικής Εκκλησίας, που είχε εδραιωθεί ως κράτος εν κράτει εντός της Ρωμανίας, στα τέλη του 4ου αι. Η Ανατολική Εκκλησία εγκατέλειψε τη θριαμβευτική ονομασία "Καθολική", για χάριν της πεισματικής και πικαριστικής ονομασίας "Ορθόδοξη". Αλήθεια, ποιος κουτός ιεράρχης να σκέφτηκε ότι αντί για "Καθολική", δηλαδή Οικουμενική, Παγκόσμια, η Εκκλησία του αρκούσε να ονομάζεται "Ορθόδοξη", δηλαδή Σωστής Πίστεως, Σωστή; Βέβαια αυτό είναι μόνο η κορυφή του παγόβουνου από τα κεκτημένα που κατά καιρούς χαρίστηκαν στην αδελφή Εκκλησία της Δύσεως, ή γενικά απωλέσθηκαν.
Από τα τέλη του 6ου αι μΧ, Άβαροι (Ογούροι Τούρκοι) και Σλάβοι, υποτελείς και μαθητευόμενοι του αλταϊκού έθνους των Αβάρων στα του πολέμου, διηθίζονται στη χερσόνησο του Ιλλυρικού. Ολέθριο πραξικόπημα που ξεκινάει με την εκτέλεση της αυτοκρατορικής οικογένειας του Μαυρικίου & της Κωνσταντίνας (602 μΧ), καταλήγει στην οριστική κατάρρευση της άμυνας του Ιλλυρικού, με τους Αβαροσλάβους να προωθούνται σε ολόκληρη τη χερσόνησο. Από τις κοινότητες Σλάβων, τις σκλαβηνίες, που θα δημιουργηθούν στην Ελλάδα, οι σημαντικότερες είναι οι Βαϊουνίτες στην Ήπειρο, οι Ζαγορίτες στην Πίνδο, οι Δραγοβίτες στην κεντρική Μακεδονία, με τους Βελεγισίτες ή Βελεγεσίτες και τους Σαγουδάτες να ζουν νοτιώτερα εκτεινόμενοι και στη Θεσσαλία, οι Μπεργίτες ή Βελζίτες στην περιοχή των πόλεων Αχρίδα, Μπιτόλα και Βέλες, οι Ρήγχινες ή Ρήγχινοι ανάμεσα στη Χαλκιδική και τον π. Στρυμώνα, οι Στρυμωνίτες, προφανείς μέτοικοι στην κοιλάδα του π.Στρυμώνος, οι Σμολεάνες στ'ανατολικά του π.Νέστου, και οι Μηλιγγοί με τους Εζερίτες στην Πελοπόννησο. Εμφανίζονται και οι Βλάχοι, δηλαδή οι ομάδες λατινόφωνων νομάδων της Ιλλυρικής Χερσονήσου (σημ. Βαλκάνια).
Οι περισσότεροι λατινόφωνοι της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας είναι είτε απόγονοι ιθαγενών της Ιταλικής Χερσονήσου, ανεξαρτήτως καταγωγής (π.χ Ούμβριοι, Πικέντες, Σαμνίτες, Λίγυρες, Έλληνες κ.ά), είτε απόγονοι Γαλατών, οι οποίοι είναι επίσης γνωστοί ως Κελτοί ή Κέλτες. Αναμφίβολα οι Γαλάτες συνεισέφεραν στην κουλτούρα και τον υλικό πολιτισμό των Ρωμαίων. Όμως, επίσης αναμφίβολα, οι απανταχού φυλές τους εκλατινίστηκαν εύκολα, οπουδήποτε ήρθαν σ'επαφή με Ρωμαίους, με την εξαίρεση ίσως της Ουαλίας και της Κορνουάλης, όπου η λατινική δεν πρόλαβε να εδραιωθεί ως κύρια γλώσσα, όπως έγινε στην υπόλοιπη ρωμαϊκή Βρετανία. Εξίσου λατινικοί έγιναν και οι κελτικοί θύλακες της Ανατολής, όπως η Μοισία, η Δακία & η Γαλατία, δηλαδή οι κοιτίδες των Βλάχων. Ο λόγος που η αφομοίωση έγινε κανόνας για τους Γαλάτες, ήταν η εγγύτητα των κελτικών διαλέκτων ως προς τη λατινική γλώσσα. Λέγεται ότι οι κατσαπλιάδες, που οδηγούσαν στη μάχη οι Γαλάτες πολέμαρχοι, διέθεταν "μαγικό φίλτρο" που τους χάριζε απεριόριστη δύναμη όταν αντιμετώπιζαν Ρωμαίους λεγεωνάριους, ή τουλάχιστον αυτό ισχυρίζονται οι σεναριογράφοι του Αστερίξ. Στην πραγματικότητα, όμως, ίσχυε το ακριβώς αντίθετο, αφού μπορεί να ειπωθεί με ασφάλεια ότι απεριόριστη δύναμη διέθεταν μόνο οι λεγεώνες, λόγω της οργάνωσής τους, της πειθαρχίας τους, ίσως μάλιστα και λόγω του κάρδαμου, το μάσημα του οποίου πιστεύονταν ότι προσδίδει θάρρος κατά τον αχό της μάχης. Εξού και τα "καρδαμώνω" και "καρδαμωμένος", εκφράσεις στην ελληνική γλώσσα που προδίδουν ότι οι ρωμαϊκές λεγεώνες στελεχώνονταν και από Έλληνες. Άλλωστε Έλληνες, Ρωμαίοι κι εκλατινισμένοι Γαλάτες αλληλεπιδρούσαν στην αυτοκρατορία της Ρώμης. Υπήρχε ένας αρχαίος γερμανικός προσδιορισμός, "Wealas", που χαρακτήριζε τους πολιτισμένους λαούς του νότου, λαοί που γι'αρκετούς αιώνες τώρα αυτοαποκαλούνταν συλλογικά "Ρωμαίοι". "Wealas" απλά σήμαινε "οι Άλλοι", ίσως με μια σκωπτική χροιά, για τους φθονερούς και βάρβαρους Γερμανούς & Γότθους. Η ονομασία που παραλλάχτηκε στην ελληνική ως "Βλάχοι", δεν παύει να είναι ομώνυμη του "Ουαλοί" και του "Βαλώνοι". Βλάχοι θα ονομαστούν από τους γοτθογραικικούς πληθυσμούς της περιοχής πρωτευούσης (Νικομήδεια & Κωνσταντινούπολη), οι ομάδες λατινόφωνων προσφύγων που, εκτοπιζόμενοι από τις κατά τόπους πατρίδες τους από τους Αβαροσλάβους επιδρομείς, καταφεύγουν στις Διναρικές Άλπεις (όπου θα σχηματιστούν οι Ιστρο-Ρωμάνοι, αλλά και οι Μορλάκοι, εκ του "Μαύροι Βλάχοι"), την Πίνδο (οι Μεγλενίτες, ή Μεγλενο-Ρωμάνοι), το Αιμιμόντο (οι Αρωμανέστοι, ή Αρμανέστοι ή Αρμάνοι, και οι Ρωμάνοι της Μοισίας) και τα Καρπάθια (οι Δακο-Ρουμάνοι και οι Μολδαβοί). Τον ίδιο καιρό, και για τον ίδιο λόγο, Έλληνες πρόσφυγες καταφεύγουν στη Σικελία, τη Μικρασία και τα Κλίματα (Κριμέα). Επίσης, απόγονοι των Ιλλυριών καταφεύγουν στα νησιά του δαλματικού αρχιπελάγους (όπου τελικά θ'αφομοιωθούν από λατινόφωνους και σλαβόφωνους λαούς), και στην Αλβανία. Παρεμπιπτόντως, τα ιλλυρικά έθνη συχνά αποτελούσαν φυτώρια έμψυχου δυναμικού, τόσο για τον Ελλαδικό χώρο, όσο και για την Ιταλική Χερσόνησο. Είναι χαρακτηριστικό ότι αρκετές από τις φυλές που κατοικούσαν επί της αδριατικής ακτής της αρχαίας Ιταλίας, ήταν ιλλυρικές.
Στο βορρά έχει ξεθυμάνει η λαίλαπα των Ούννων, μιας ουραλο-αλταϊκής νομαδικής αυτοκρατορίας. Η αρχική φυλή που δημιούργησε τους Ούννους, ανήκε στην τουγκουσική υποομάδα της αλταϊκής ομοεθνίας, με κοιτίδα την κοιλάδα του π.Γενισεϊ. Αρκετά νωρίς, όμως, θα αναμειχθεί και με ογουρικά φύλα. Έτσι κάπως διαμορφώνονται οι Κατριγούροι και οι Ουτιγούροι, ογουρικές φυλές Ούννων, που θα ενωθούν και θα μετονομαστούν σε πρωτοΒούλγαρους.

Σ
τη σημερινή Ουκρανία, οι Βούλγαροι συσχετίζονται και αναμειγνύονται και με τους υπηκόους τους, δηλαδή με Αντυγαμπάζιους (απόγονοι των οποίων είναι οι Τσερκέζοι & οι Αμπχάζιοι), με Σαρμάτες (Αλανοί, Ροξολανοί), με Γότθους (πρωτογερμανική φυλή με απώτερη καταγωγή από τη σημερινή Σουηδία), με Έλληνες, αλλά κυρίως με σλαβικά έθνη, όπως είναι οι Πολυάνες (η κύρια συστατική φυλή των Ουκρανών), οι Ντρεβλιάνες (ζόρικη φυλή, που κατοικεί ακριβώς νότια από την κοιτίδα των Ντρεγκόβιτσων, και που θ’αργήσει να χάσει την ταυτότητά της), οι Δούλεβοι, οι Βολύνιοι, οι Μπούζανες, οι Άντες, οι Τίβερτσοι, οι Ουλίχοι, οι Χροβάτες ή Κροάτες, και άλλα έθνη, που επίσης θ’αποτελέσουν το σλαβικό υπόστρωμα πάνω στο οποίο θα κτιστεί αρκετά αργότερα το έθνος των Ουκρανών, από τη σουηδική φυλή των Ρως. Όπως και οι ιουδαιόθρησκοι Χάζαροι, οι Βούλγαροι χρησιμοποιούνται από τη ρωμαϊκή διπλωματία για την αναχαίτιση των Περσών, των Αβάρων και των Αράβων. Κάποια στιγμή, όμως, ένας χαρισματικός άρχοντας των Βούλγαρων, ο Ασπαρίχ (γοτθο-αλανικό όνομα), έχοντας ζήσει ως όμηρος στην Κωνσταντινούπολη, επαναλαμβάνει με τους πολυεθνείς νομάδες του το εγχείρημα της μετανάστευσης των Γότθων από τη Σαρματία (περίπου από τη σημερινή Ουκρανία), στην Κάτω Μοισία (μεταγενέστερο Παρίστριον), ηγούμενος και 7 σλαβικών φυλών (προερχομένων κι αυτών από τη σημερινή Ουκρανία) και προσεταιριζόμενος τους ιθαγενείς της περιοχής, οργανώνει πυκνό δίκτυο οχυρωματικών έργων -Δηλαδή, φέρνει το λαό του για να κατοικήσει στη Ρωμανία για πάντα (681 μΧ).

Οι άρτι αφιχθέντες Βούλγαροι βοηθούνται κι από κλάδο των Σεβεριάνων, της προγονικής φυλής των Σέρβων και των Σόρβων, που βρίσκεται ήδη νότια του π.Δούναβη. Είναι οι κατοπινοί Σέρβοι που, έχοντας διασπαστεί από τους κατοπινούς Σόρβους που κινούνται βορειοδυτικά, προτίμησαν να εγκατασταθούν στη βόρεια μεθόριο της Ρωμανίας, ευπρόσδεκτοι από τον Αρμένιο αυτοκράτορα Ηράκλειο (610-41 μ.Χ), ύστερα από νίκη τους εναντίον των Αβάρων, λίγο πριν από τα μέσα του 7ου αι μΧ. Εικάζεται ότι οι Σεβεριάνοι διαμορφώθηκαν μέσω σλαβικής επιρροής επί της ναχο-νταγκεστάνιας φυλής των "Σέρβων", η ύπαρξη της οποίας μαρτυρείται στην κοιλάδα του π.Βόλγα (ο αρχ. π.Ρα) κατά το διάστημα 1ος - 2ος αι μ.Χ. Πάντως με κάθε βεβαιότητα, η σλαβική φυλή των Σεβεριάνων αποτελεί επίσης, μαζί με τους Σμολεάνους, τους Ραντίμιτσους, τους Βιάτιτσους, τους Σλοβένους (στα πέριξ του παλαιού Νόβγκοροντ), αλλά και μπόλικες ουραλικές φυλές, το υπόστρωμα πάνω στο οποίο θα κτιστεί το ρωσικό έθνος του βορρά, από τη σουηδική φυλή των Ρως (Ρως <= Ρουοτσι = οι Σουηδοί στη φιλανδική, και γενικότερα στις γλώσσες των Ουράλιων εθνών, τα περισσότερα από τα οποία θα κατακτηθούν και θ'αφομοιωθούν τελικά από τους Ρώσους του βορρά). Αξίζει να σημειωθεί ότι από κλάδο των Σλοβένων που κάποια στιγμή θα μεταναστεύσει δυτικά, κατάγονται οι Τσέχοι, οι Μοραβο-Σλοβάκοι και οι Σλοβένοι της ευρύτερης περιοχής της Παννονίας και του Ιλλυρικού. Από τους τελευταίους θα προέλθουν όχι μόνο οι σημερινοί Σλοβένοι, αλλά κατά μεγάλο μέρος και οι γερμανόφωνοι Αυστριακοί. Ο λαός της Αυστρίας κατάγεται από αλληλουχία ποικίλων εθνικών προσμείξεων, γεγονός που δεν τον εμποδίζει από το να φαντασιώνεται ότι αποτελείται από γνήσιους, "καθαρούς" απογόνους αρχαίων Γερμανών.
Όλες οι σλαβικές γλώσσες συγγενεύουν στενά μεταξύ τους, επειδή η επέκταση του αρχικού τους έθνους (πρωτοΣλάβοι), με την επακόλουθη δημιουργία θυγατρικών φυλών, πραγματοποιήθηκε σχετικά πρόσφατα. Έτσι και μόνο μέσω απλής γειτνίασης, διακριτά σλαβικά έθνη μπορούσαν κάποτε να καταλήξουν να μιλούν την ίδια ή παραπλήσια γλώσσα. Αυτό συμβαίνει ακόμα και σήμερα με τους σλαβόφωνους που κατοικούν επί της σερβο-βουλγαρικής μεθορίου, με αποτέλεσμα η εθνική τους συνείδηση να διεκδικείται κι από τις δυο χώρες, με τους μεν Σέρβους να τους αναγνωρίζουν ως τη σερβική φυλή "Τορλάκοι", με τους δε Βούλγαρους να τους αναγνωρίζουν ως τη βουλγαρική φυλή "Σόπσκοι ή Σόποι". Άλλο παράδειγμα αποτελούν οι ίδιοι οι Σέρβοι, δηλαδή το τμήμα των Σεβεριάνων που εισήλθε στη σημερινή Γιουγκοσλαβία, όπου επίσης είχαν εισέλθει Χροβάτες ή Κροάτες, προερχόμενοι (όπως βεβαιώνει και το DAI) από την περιοχή της κατοπινής Σλοβακίας, της νότιας Πολωνίας και της ουκρανικής επαρχίας της Γαλικίας ή Ρουθηνίας. Και οι Σεβεριάνες ή Σέρβοι, και οι Χροβάτες ή Κροάτες κατάφεραν ν'αφομοιώσουν πλείστες άλλες φυλές, μερικές από τις οποίες, δεν ήταν καν σλαβικές, διατήρησαν την εθνική τους ταυτότητα, και ενώ επιπλέον διχάστηκαν από το Σχίσμα των Εκκλησιών, εν τούτοις τα δύο αυτά έθνη κατέληξαν να μιλούν την ίδια ακριβώς γλώσσα, τη σερβο-κροατική. Με τον ίδιο τρόπο οι Δραγοβίτες - ή όπως αυτοαποκαλούνταν οι ίδιοι, Ντρεγκόβιτσοι - κατέληξαν να μιλούν παρόμοια γλώσσα με τους εκσλαβισμένους πλέον Βούλγαρους, επειδή συμμετείχαν στο ίδιο δυναμικό κράτος, αυτό του Συμεών του Μέγα (893-927 μΧ), του πρώτου Βούλγαρου τσάρου & αυτοκράτορα, ο οποίος διεκδίκησε ν'επιβληθεί σε ολόκληρη την ευρωπαϊκή Ρωμανία. Βέβαια επαφές μεταξύ των τριών λαών (Βουλγάρων, Δραγοβιτών και Ρωμιών) προϋπήρξαν, όπως προδίδει η παρουσία κλάδου Δραγοβιτών στο Αιμιμόντο (Ανατολική Ρωμυλία) κατά τον ύστερο Μεσαίωνα. Αλλά ήδη από το ξεκίνημα των σλαβικών μεταναστεύσεων, κατά τη δεκαετία του 670, παρατηρούνται οι ίδιες τριεθνείς επαφές, όταν κατόπιν διαπραγματεύσεων του Ρωμιού αξιωματούχου του πρωτοΒούλγαρου άρχοντα Κουμπερ, του πατρικίου Μαύρου, πραγματοποιήθηκε η μετοίκηση των Σερμησιανών Βουλγάρων από την περιοχή του Σιρμίου (βόρεια Σερβία) στις γύρω από τη Θεσσαλονίκη σκλαβηνίες (ιστορική Μακεδονία), ύστερα από την αποστασία τους από την κυριαρχία των Αβάρων, και την προσχώρησή τους στις δυνάμεις της Ρωμανίας. Πάντως στην κάθοδο των Σερμησιανών Βουλγάρων οφείλεται η παρουσία τουλάχιστον μίας από τις ομάδες Βλάχων της Μακεδονίας. Όσο για τους Δραγοβίτες-Ντρεγκόβιτσους, δεν σχετίζονταν με τους Βούλγαρους και την ουκρανική κοιτίδα τους, αφού κατέβηκαν από τη σημερινή Λευκορωσία, όπου κλάδος τους παρέμεινε και αναμείχθηκε με τους Κρίβιτσους και τους Πόλοτσους, σχηματίζοντας το έθνος των Λευκορώσων. Το γεγονός της συγγένειάς τους με τους Σλαβομακεδόνες, το γνωρίζουν οι Λευκορώσοι, σήμερα. Γι'αυτό η χώρα τους ήταν από τις πρώτες που αποδέχτηκαν το κράτος των Σλαβομακεδόνων, με όλες του τις ιδιοτροπίες.
Μετά από το 800 μΧ, με τη σταδιακή ανάκτηση της Ελλάδας, της Θράκης και του Αιμιμόντου, αρκετοί από τους Έλληνες πρόσφυγες θα επιστρέψουν. Θα είναι από κοινού Ρωμιοί με τους γηγενείς Ελλαδίτες (νησιώτες, ορεσίβιοι ή ταμπουρωμένοι αστοί), τους Αρβανίτες (απόγονοι των Ιλλυριών, δηλαδή Αλβανοί), τους Βλάχους του νότου (Αρωμανέστοι ή Αρμανέστοι, Μεγλενίτες και λατινόφωνοι Θράκης) και τους διαφόρους Σκλαβενίτες (ανήκοντες στις εντός της αυτοκρατορίας σλαβικές φυλές), αν και με πιο ασαφή διακριτότητα, πλέον. Παρεμπιπτόντως, οι απόγονοι των υπολοίπων Ελλήνων προσφύγων, είναι τελικά σήμερα Ιταλοί, Τάταροι της Κριμέας, Ουκρανοί, Τούρκοι. Ο διορατικός οικ. πατριάρχης Φώτιος, με αιχμή του δόρατος τους Αγίους αδελφούς Κύριλλο και Μεθόδιο, θα φροντίσει για τον εγχριστιανισμό των διαφόρων σλαβικών φυλών, που όμως, ενώ θα ενταχθούν στις πολιτισμικές δυνάμεις της Ρωμιοσύνης, κατά κανόνα θα διατηρήσουν αυτόνομες εθνικές συνειδήσεις (Σέρβοι το 850, Μοραβοί-Τσέχοι το 863, σλαβικά έθνη εντός της Βουλγαρίας, μαζί με τους Βούλγαρους, το 864, σλαβικά έθνη υπό την κηδεμονία των συμμαχικών, αν και ιουδαιόθρησκων, Χαζάρων το 866, Δραγοβίτες το 879). Παρεμπιπτόντως, η πολύτιμη ρωμαιο-χαζαρική αμυντική συνεργασία κορυφώνεται περίπου αυτή την εποχή, με τον Φρύγα αυτοκράτορα Θεόφιλο το Σκληρό (829-842), να στέλνει το φρούραρχο της Βασιλεύουσας, Πετρωνά Καματερό, για να χτίσει οχυρωμένη πόλη, το Σαρκελ, στη μέση της επικράτειας των νομαδικών Χαζάρων, οι οποίοι αποτελούσαν μια ογουρική τουρκική φυλή. Οι τουρκόφωνοι Χάζαροι θα παραμείνουν πιστοί σύμμαχοι των Ρωμιών μέχρι την εποχή του βασιλικού πεθερού, του Αρμένιου ναυάρχου Ρωμανού Λακαπηνού (919-944), επί του οποίου θα ψυχρανθούν οι σχέσεις των δύο κρατών, ειδικά ύστερα από την υποδοχή στη Χαζαρία Ρωμανιοτών Ιουδαίων προσφύγων, εκδιωκόμενων από τη Ρωμανία. Λίγο αργότερα (965-66) οι Χάζαροι θα εκμηδενιστούν αβοήθητοι από τον τρομερό πολέμαρχο των Ρώσων, το μέγα ηγεμόνα Σβιατοσλάβο, τον ίδιο που θα προσαρτήσει τη Βουλγαρία του Βόλγα (966), θα υποτάξει την τουρκική ορδή των Πετσενέγων (Πατσινάκων), θα κατακτήσει τη ρωμαϊκή Βουλγαρία (967-70), ενώ θα διεκδικήσει με λύσσα και την κυριότητα της ευρωπαϊκής Ρωμανίας, το 970-71. Ακόμα και μετά από το 988, όταν η άρχουσα τάξη των Ρώσων εγχριστιανίζεται, οι Ρώσοι θα εξακολουθήσουν να επιτίθενται τακτικά εναντίον της Ρωμανίας, με υπέρτατο στόχο, την κατάληψη της πρωτεύουσας Μίκλαγκαρντ (Miklagård = Μεγάλη Πόλη, σκανδιναβιστί), ή Τσαργκραντ (= Βασιλεύουσα Πόλις, σλαβιστί). Η τελευταία επίθεση υλοποιείται από το μέγα ηγεμόνα Γιαροσλάβο το Σοφό, το 1043, και είναι η τελευταία μονάχα επειδή, ύστερα από την εισβολή της κυμπτσάκ-τουρκικής φυλής των Κουμάνων, αποκόπτεται η πρόσβαση των Ρώσων στη Μαύρη Θάλασσα, με την εξαίρεση της ηγεμονίας του Τμουταρακαν ενός θύλακα που θα επιβιώσει γύρω από την ελληνόκτιστη πόλη Ταμάταρχα, μέχρι την έλευση των σαρωτικών ορδών των Μογγόλων το 1240.
Οι Κουμάνοι, που δεν γουστάρουν καθόλου τους Μογγόλους, θα μεταβάλουν τότε τη φυλετική σύνθεση των Βαλκανίων, όταν θα καταφύγουν ως πρόσφυγες σε τρεις χώρες, οι οποίες αυτήν την εποχή τυγχάνουν να είναι συμμαχικές μεταξύ τους. Είναι η Ουγγαρία των Αρπάντ, η Βουλγαρία των Ασάν, και η Ρωμανία των Δουκών-Λασκάρεων. Ειδικά η συμμαχία της ουραλικής Ουγγαρίας με την ελληνική Ρωμανία, είναι ιδιαίτερα σταθερή, και μακροχρόνια, αφού θα διαρκέσει με μικρά διαλείμματα από το 1042 έως το 1453, με αποκορύφωμα κατά τα μέσα του 12ου αι, όταν εξετάζονταν σοβαρά το ενδεχόμενο συγχώνευσης των δύο κρατών από τον Ελληνο-Μαγυάρο αυτοκράτορα Μανουήλ Κομνηνό (1143-80). Εν τούτοις, η ρωμαιο-χαζαρική συμμαχία (610-920), αλλά και η ρωμαιο-πετσενεγική συμμαχία (~ 940-1050) αποδείχτηκαν κατά πολύ αποδοτικότερες για τους Ρωμιούς. Παρεπιμπτόντως, η Ουγγαρία υπήρξε κράτος-υπόδειγμα όσον αφορά την οργάνωση και την ευημερία, πριν σακατευτεί από τους οίκους των Οσμανλιδών και των Αψβούργων. Και είναι αξιομνημόνευτο, επειδή το έθνος των Ούγγρων αποτελεί μείξη ποικίλων νομαδικών ουραλο-αλταϊκών φύλων, όπως ήταν π.χ τ' ογουρικό έθνος των Αβάρων (με καταγωγή από πέρα από τη λίμνη Βαϊκάλη), το ανατολικό ουραλικό έθνος των Μαγυάρων (από τις όχθες του π. Ομπ), τ' ογουρικό έθνος των Ονογούρων (σύντροφοι των Ούννων, π. Ντον & Βόλγας), τα ογούζικα έθνη των Πετσενέγων (ή Πατζινάκες) και των Ούζων (από τα όρη Αλτάι), και το κυμτσάκ έθνος των Κουμάνων (από τ'ανατολικά παράλια της Κασπίας). Όλοι αυτοί οι "Τουρκαλάδες" συγχωνεύτηκαν με τους Ρωμαίους αυτόχθονες, αλλά και με τους Σλοβένους που προερχόμενοι από τις όχθες του Νέβα, στην κατοπινή Ρωσία, είχαν ιδρύσει τη Μεγάλη Μοραβία. Κατά τη διάρκεια της παρακμής των Αβάρων, οι Σλοβένοι υπήκοοί τους ανεξαρτοποιήθηκαν με αυτή τη Μεγάλη Μοραβία, η οποία εγχριστιανίστηκε από τους Ρωμιούς (863), αλλά τελικά καταστράφηκε από τους Μαγυάρους (907).
Πάντως, κάπως έτσι διαμορφώνεται σταδιακά η εθνολογική κατάσταση της περιοχής των Βαλκανίων, που στις αρχές του 20ου αι παρομοιάζονταν με μακεδονική σαλάτα, ειδικά πριν από τις κατά τόπους σφαγές, διώξεις ή ανταλλαγές πληθυσμών, που προέκυψαν και διαχώρισαν τους λαούς, όταν αυτοί ανέπτυξαν επιμέρους εθνικισμούς, σε αντιδιαστολή προς το δυικό "Μουσουλμάνοι-Χριστιανοί", που χαρακτήριζε τη Ρωμιοτουρκία της οθωμανικής δυναστείας. Πάντως, το κοσμοπολίτικο πνεύμα του Ελληνισμού, ως Ρωμιοσύνη πλέον, από κάποια στιγμή και μετά αγκαλιάζει τους διάφορους Σκλαβενίτες. Οι Ζαγορίτες, οι Μηλιγγοί, οι Εζερίτες και ποικίλοι άλλοι σλαβικοί λαοί συμμετείχαν στο Ρωμέικον. Όμως, κάμποσες σκλαβηνίες, όπως οι Βεργίτες, οι Βελεγισίτες, οι Σαγουδάτες και οι Ρήγχινες, συσπειρώθηκαν με τους Δραγοβίτες, και εξελίχτηκαν σε ξεχωριστή εθνική οντότητα.

Ο λόγος που συνέβη κάτι τέτοιο είναι προφανής. Οι περιοχές τους βρέθηκαν ακριβώς πάνω στη μεθόριο των Ρωμιών (που στην Ευρώπη βασικά είναι Έλληνες, Βλάχοι & Αλβανοί), προς τους Βούλγαρους και τους Σέρβους, δηλαδή τα δυο έθνη που κατεξοχήν έδρασαν ανταγωνιστικά προς τη Ρωμιοσύνη, διεκδικώντας με ξεχωριστά κρατικά μορφώματα την πρωτοκαθεδρία στην αυτοκρατορία της Ρωμανίας, κατά το διάστημα 10ος - 15ος αι μΧ οι Βούλγαροι, και 14ος - 15ος αι μΧ οι Σέρβοι. Αξίζει να σημειωθεί ότι το βουλγαρικό κράτος παρέμεινε πολυεθνικό για αρκετούς αιώνες, διεκδικώντας έτσι με φυσικότητα και την οικουμενικότητα της αυτοκρατορίας της Ρωμανίας. Σημαντικές δυναστείες της Βουλγαρίας αποτελούν οι Κομητόπουλοι (997-1018) και ο Τιχ (1257-77) που ήταν Δραγοβίτες-Ντρεγκόβιτσοι, αλλά και ο οίκος Ασάν (1186-...-1422) που ιδρύθηκε από Βλάχους του Παριστρίου.
Πάντως οι Δραγοβίτες ήταν φιλικότεροι προς τους Έλληνες, ανεξαρτήτως από πολιτικές σκοπιμότητες, όπως υποδηλώνουν οι βίοι ανθρώπων όπως ο Νικολιτζάς, ο παππούς του Κεκαυμένου, αλλά και ο Ντόμπρομιρ Χρυσος, άρχοντας του Προσακου. Στα κείμενα της εποχής φαίνεται ότι γενικά ήθελαν να περνούν για Ρωμιοί. Αλλά και οι Ρωμιοί μάλλον τους προτιμούσαν από τους κατά τι πιο ταραχώδεις Βούλγαρους. Είναι χαρακτηριστικό ότι ύστερα από την υποταγή όλων των εντός του π.Δούναβη χωρών από το Βασίλειο Β΄ Πορφυρογέννητο το 1018, διατηρήθηκε το αυτοκέφαλο της αρχιεπισκοπής της Αχρίδος, της πρωτεύουσας των Δραγοβιτών τσάρων, αλλά όχι της Πρεσλαύας, της αρχικής πρωτεύουσας των Βουλγάρων. Και ο Δραγοβίτης τσάρος & αυτοκράτωρ των Βούλγαρων, Κωνσταντίνος Τιχ, στηρίχθηκε κατά την ανάρρησή του στο θρόνο από τον Έλληνα πεθερό του, το βασιλέα & αυτοκράτορα Θεόδωρο Β΄ Δούκα Λάσκαρι. Το πόσο είχε προχωρήσει αυτή η αφομοίωση φαίνεται από την παραδοσιακή εμμονή των Δραγοβιτών με κάθε τι το ντόπιο, το ελληνικό, αλλά κι από το γεγονός ότι η γλώσσα τους προσιδιάζει κανόνες της ελληνικής (π.χ. το οριστικό άρθρο), γεγονός που υποδηλώνει ότι κάποια στιγμή η πλειονότητα των Δραγοβιτών μιλούσε ως 2η γλώσσα τα ελληνικά. Αυτή η διαδικασία διακόπηκε στη μέση με την κατάρρευση της ελληνόγλωσσης αυτοκρατορίας της Ρωμανίας. Ανάλογο, αν και πιο επιτυχημένο παράδειγμα, από τη σύγχρονη εποχή αποτελεί η διάδοση της ρωσικής γλώσσας στα εκατοντάδες έθνη που κατοικούν την επικράτεια της πάλαι ποτέ Σοβιετικής Ένωσης. Ακόμα και τώρα που οι Ρώσοι έχουν παρακμάσει πολιτικά, κοινωνικά και ηθικά, η επιρροή της γλώσσας τους επιβιώνει και κατά περιοχές αυξάνεται. Μεγάλα και ανεξάρτητα έθνη, όπως οι Λευκορώσοι και οι Τουρκμένοι, έχουν πλέον την πατρική τους ως 2η γλώσσα, χρησιμοποιώντας τη ρωσική ως καθομιλουμένη.
Οι αρχαίοι Μακεδόνες ήταν ελληνική φυλή με κοιτίδα το σημερινό νομό Πιερίας. Κάποια στιγμή μετά από τον Τρωικό Πόλεμο, κλάδος τους, οι Μάγνητες, κινήθηκε προς το νότο, για να περιοριστεί τελικά στη Μαγνησία. Οι υπόλοιποι της φυλής επεκτάθηκαν, αρχικά στην Ημαθία, στους κήπους του Μίδα σύμφωνα με το μύθο. Αρκετά αργότερα κατέκτησαν ολόκληρη την περιοχή της ιστορικής Μακεδονίας, υποτάσσοντας κυρίως ελληνικά και φρυγικά έθνη, με τα οποία συγχωνεύτηκαν, εν καιρώ. Οι Φρύγες ήταν συγγενείς των Ελλήνων, σύμφωνα με την παρούσα επιστημονική άποψη. Κατά περιόδους επεκτάθηκαν από τη Θράκη, δηλαδή την κοιτίδα της ελληνο-φρυγικής (αχαϊκής) ομογλωσσίας, δυτικά έως την περιοχή της Μακεδονίας, αλλά και ανατολικά, έως τα βάθη της Ανατολίας. Εν τούτοις, ο μεσόγειος, στεριανός γεωγραφικός προσανατολισμός τους, αλλά κυρίως η απουσία της πρόσμειξης με το λελεγικό υπόστρωμα του Αιγαίου και του Ιονίου Πελάγους, τους διαφοροποίησε από τους Έλληνες. Οι Βρύγες, οι Βοττιαίοι, οι Μύγδονες, οι Ηδωνοί, οι Βισάλτες, οι Κρηστωνοί, και άλλα φρυγικά έθνη κατηγοριοποιούνταν εσφαλμένως από τους αρχαίους Έλληνες ως Θράκες. Όμως οι Θράκες μάλλον ανήκαν στη βαλτική ομογλωσσία, από την οποία επιβιώνουν μέχρι σήμερα μόνο τα λιθουανικά και τα λεττονικά.
Όμως τι σχέση θα έπρεπε να έχουμε με τους Δραγοβίτες γείτονές μας; Ο αρχαίος Ελληνισμός ήταν κοσμοπολίτικος, πολυπολιτισμικός αν προτιμάτε. Όλοι χωρούν, αρκεί να έχουν την κατάλληλη παιδεία. Στο ερώτημα, Έλληνας "γεννιέσαι ή γίνεσαι;" ("nature or nurture?"), η απάντηση ήταν ότι γίνεσαι Έλληνας μέσω της ελληνικής παιδείας. Γι'αυτό και ο ελληνικός πολιτισμός ήταν ελκυστικός σε αλλόγλωσσα έθνη, όπως οι Ετρούσκοι, οι Λυδοί, οι Φρύγες, οι Κάρες, οι Φιλισταίοι, οι Έλυμοι, οι Σαμνίτες, οι Καρχηδόνιοι, οι Ρωμαίοι, οι ιθαγενείς του Πόντου και του [Κιμμέριου] Βοσπόρου, μεταξύ άλλων. Ακόμα παλαιότερα, κατά την εποχή που περιγράφουν οι μύθοι, ο Ελλαδικός χώρος κατοικούνταν από αρκετά έθνη που συμβίωναν σχετικά αρμονικά παρόλο που μιλούσαν διαφορετικές γλώσσες. Πραγματικά, από τους Τελχίνες (Κυκλαδίτες), Κρήτες, Λέλεγες, Αχαιούς, Δαναούς και Πελασγούς, μόνο οι Αχαιοί ήταν ελληνόφωνοι, ενώ οι ανάμεικτοι Δαναοί ήταν δίγλωσσοι. Αξίζει να επισημανθεί ότι το "Αχαιοί" (που αρχικά μάλλον ακούγονταν κάπως σαν "ΑχαϊοFοί", σε συμφωνία με την Αρκαδοκυπριακή διάλεκτο (Γραμμικής Β΄), αλλά και με το "Αχαϊβάσσα" των Αιγυπτίων, και το "Αχχουάβα" των Χετταίων ή Κατειων), είναι ο αρχαιότερος γνωστός εθνικός προσδιορισμός του Ελληνισμού.
Η πολυπολιτισμικότητα συνεχίστηκε και κατά το Μεσαίωνα, εντός της αυτοκρατορίας των Ρωμαίων, της Ρωμανίας, αν και με φθίνουσα επιτυχία, λόγω της επικράτησης μισαλλόδοξης θρησκείας. Πάντως κατά τη διάρκεια της Τουρκοκρατίας, η ελληνοϊταλίδα αρχόντισσα Ρηγούλα Μπενιτσέλου, επίσης γνωστή ως Αγία Φιλοθέη, αγκάλιασε & προσεταιρίστηκε τους Αρβανίτες της Αττικής, οι οποίοι την αποκαλούσαν "Καλογρέζα". Ενώ σπουδαίοι Βλάχοι, όπως ο Άγιος Κοσμάς ο Αιτωλός, και ο Ρήγας Φεραίος, επέλεξαν να στηρίξουν την ελληνική γλώσσα εις βάρος της ιθαγενούς τους λαλιάς, έτσι ώστε να συσπειρωθεί & να ενισχυθεί η Ρωμιοσύνη. Γενικά η Ρωμιοσύνη είχε μιαν οικουμενική διάθεση.

Γι'αυτό, τα σύμβολα και η κουλτούρα των Ρωμιών, πέρασαν στους γύρω λαούς. Ο γνήσιος ρωμέικος δικέφαλος αετός, χρυσοκεντημένος σε κόκκινο πεδίο, κοσμεί πλέον το ρωσικό κοινοβούλιο προσδίδοντας αυτοκρατορική αύρα στη νέα Ρωσία, αν και στις αρχές του 2008 ο πρόεδρός τους πήρε θέση σαφώς εναντίον της Ρωμιοσύνης, του Ελληνισμού αν προτιμάτε, για να επιχειρηματολογήσει υπέρ κάποιας άσχετης με εμάς πολιτικής (τόνισε, μετά βδελυγμίας, την αδικία της διεθνούς κοινότητας που σπεύδει στην αναγνώριση του Κοσόβου, αλλά βραδυπορεί στην, εξίσου ντε φάκτο, αναγνώριση της βορείου Κύπρου). Ο δικέφαλος αετός, πανάρχαιο μικρασιατικό σύμβολο που αποτέλεσε οικόσημο για τον παφλαγονικό οίκο των Κομνηνών, κάποια στιγμή κατέληξε να θεωρείται αυτοκρατορικό έμβλημα. Με νόμιμο τρόπο (επιγαμίες) υιοθετήθηκε στα εθνόσημα και τις σημαίες της Αλβανίας, της Ρωσίας, της Σερβίας, και του Μαυροβουνίου. Επίσης, παραλλαγές της γνήσιας σημαίας της Ρωμανίας, η οποία είναι ένας χρυσοκεντημένος σταυρός σε κόκκινο πεδίο, περιστοιχισμένος από 4 μικρούς, επιβιώνουν στη σημαία των Γεωργιανών, με άλλα χρώματα, αλλά και στα εθνόσημα των Σέρβων, όπου όμως προτιμάται η εκδοχή που διαμορφώθηκε στο πλώιμον, δηλαδή στον αυτοκρατορικό στόλο. Στη ναυτική εκδοχή της αυτοκρατορικής σημαίας, οι 4 σταυρίσκοι έχουν αντικατασταθεί από 4 πυρέκβολα (πυρόλιθοι), που συμβόλιζαν την ισχύ που χάριζε στο ναυτικό το υγρόν πυρ.








Το επίσημο ελληνικό όνομα της Βασιλεύουσας, "Κωνσταντινούπολη", επιβιώνει στη σημερινή Βουλγαρία, στην έδρα του παππού του τελευταίου αυτοκράτορα, Κωνσταντίνου ΙΑ΄ Δραγάση Παλαιολόγου, που ήταν ο Σέρβος δεσπότης Κωνσταντίνος Ντραγκάς. Η πόλη αυτή, αρχικά γνωστή ως Βελέβουσδος ή Κωνσταντινούπολη, αποκαλείται μέχρι σήμερα "Κιουστεντιλ", ύστερα από παραφθορά του "Κωνσταντινούπολη" από τους τουρκόφωνους του 14ου αι. Το δημώδες ελληνικό όνομα της Βασιλεύουσας, "Σταμπόλη", επιβιώνει στη σύγχρονη ονομασία της πόλης, ως "Ιστανμπούλ", ύστερα από παραφθορά που πραγματοποιήθηκε από τους τουρκόφωνους του 16ου αι. Λαμβάνοντας υπόψιν τις ιδιαιτερότητες των ουραλο-αλταϊκών γλωσσών, γίνεται αντιληπτή η μετατροπή του "Σταμπόλη", σε "Ιστανμπούλ", κατ'αντιστοιχία με τη μετατροπή του ονόματος του πρώτου Χριστιανού βασιλιά της Ουγγαρίας (1001 μΧ), του "Στεφάνου" του Αγίου, σε "Ιστβάν". Με παρόμοιο τρόπο το μεσαιωνικό όνομα της Χρυσουπόλεως, "Σκουτάριον", μετατράπηκε σε "Ουσκουντάρ". Ομοίως, και ο ναυτικός όρος "σκάλα", δηλαδή "αποβάθρα", εξού και ιχθυόσκαλα, που χρησιμοποιείται ακόμα στην τουρκική γλώσσα ως "ισκελε". Άλλες ερμηνείες επί της προέλευσης του ονόματος "Σταμπόλη", προφανώς είναι απαράδεκτες. Αξίζει να σημειωθεί ότι η ελληνική λαλιά των λαϊκών μαζών του Μεσαίωνα, η πρόδρομος της σημερινής καθομιλουμένης διαλέκτου, κόνταινε τις ονομασίες που εκλιπαρούσαν για σύντμηση. Έτσι μεταξύ άλλων, η Χερσόνησος έγινε Χερσών, η Αγχίαλος έγινε Χιλή, η Θεσσαλονίκη έγινε Σαλονίκη, και φυσικά η Κωνσταντινούπολη έγινε Σταμπόλη. Έτσι για τους λαούς της, η αυτοκρατορία λογίζονταν ως "Ρωμανία", από τους χρόνους των Ιλλυριών αυγούστων έως τη δυναστεία των Παλαιολόγων, με πρωτεύουσα και βασιλεύουσα πόλη τη "Σταμπόλη". Όμως, με το πέρασμα των αιώνων η χρήση τέτοιων λαϊκών καινοτομιών ξεχάστηκαν από την επίσημη Ιστορία. Η ονομασία "Ρωμανία" επιβιώνει στη γειτονική λατινόφωνη Ρουμανία, αλλά και στην περιοχή Ρομάνια της Ιταλίας, όπως αποκαλείται ακόμα το τελευταίο προπύργιο του βραχύβιου εξαρχάτου της Ραβέννας.
Επίσης ως "Ρομά" συστήνονται μέχρι σήμερα οι περισσότεροι από τους Τσιγγάνους, τους απογόνους μιας ινδικής (Σίντι) νομαδικής φυλής που, όντας δυστυχισμένη λόγω της ταπεινής της θέσης στο αυστηρά δομημένο σύστημα των καστών, ακολούθησε τις τουρκικές στρατιές των Γαζναβιδών και των Σελτζουκιδών προς τη Δύση. Ο Μαχμουντ της Γάζνα, είχε υποδουλώσει, σε επιδρομή του στις Ινδίες, τους νομάδες παρίες προγόνους των Τσιγγάνων γύρω στο 1000, πριν τους αφήσει ελεύθερους στο Χορασάν (Αφγανιστάν), απ'όπου τους παρέλαβαν οι Σελτζούκοι που τους έφεραν στα μέρη μας, για να συνεισφέρουν στην υποταγή των απίστων της Ρωμανίας. Εν τούτοις, οι Τζίγγανοι (από Αθίγγανοι) αποδείχτηκαν τελείως ανυπότακτοι και καθόλου πολεμόχαροι. Από τους λαούς της Ρωμανίας θεωρήθηκαν ότι είναι Αιγύπτιοι (εξού και η παραφθαρμένη ονομασία "Γύφτοι"). Όμως οι ίδιοι οι Τσιγγάνοι, κατά τις μετακινήσεις τους σε όλη την Ευρώπη, προτιμούσαν να περνούν για Ρωμιοί. Ως "Ρομ" ή "Ρομά" ή "Ρομάνι", αυτοπροσδιορίζονται έως τα σήμερα.
Τέλος, ο δικέφαλος δράκων, σύμβολο των Ιλλυριών αυτοκρατόρων, έχει περάσει στις αρχιερατικές ράβδους όλων των Ανατολικών επισκόπων, ακόμα π.χ. και των Κοπτών της Αιγύπτου και της Αιθιοπίας. Όλα νόμιμα και ωραία. Η αντιγραφή μας δίνει αξία, τολμώ να πω. Δεν έγινε κακόβουλα όπως έγινε από τον οίκο των Αψβούργων. Ο δικέφαλος δράκων υπονοείται ως μοτίβο σε εικαστικές εκφράσεις Κρητών & Αχαιών της Εποχής του Ορείχαλκου, ενώ αργότερα επέζησε ως το κηρύκειον του Ερμού, το σκήπτρον του Ασκληπιού, αλλά κι η ευλογία και συνάμα κατάρα του Τειρεσία. Από σύμβολο κάποιας κοινής μεσογειακής, αλλά προ πολλού ξεχασμένης λατρείας, αναγόμενης στη Νεολιθική εποχή, ο δικέφαλος δράκων, που εξακολουθούσε να γοητεύει τα ιλλυρικά έθνη, έγινε δημοφιλές έμβλημα ανά την επικράτεια, όταν στρατηγοί αυτής της εθνικότητας κατέλαβαν το αυτοκρατορικό αξίωμα. Η φοινικική δυναστεία των Σεβήρων είχε ευνοήσει την είσοδό τους σε επίλεκτα σώματα του ρωμαϊκού στρατού (π.χ φρουρά των Πραιτοριανών) για να μειωθεί η επιρροή των ιθαγενών της Ιταλίας. Έτσι τελικά αναδείχτηκαν Ιλλυριοί αυτοκράτορες, μέσω της στρατοκρατικής φύσης του πολιτεύματος στη Ρωμανία, κάποιοι από τους οποίους έσωσαν το κράτος από βέβαιες καταστροφές, όπως προμήνυαν π.χ. η ισχυροποίηση της Περσίας του θρασύτατου οίκου των Σασσανιδών, εισβολές Γότθων και Σαρματών, και μαζικές αποσχίσεις επαρχιών. Έτσι κάπως εδραιώθηκε και ο δικέφαλος δράκων στα λάβαρα των λεγεώνων, και σε θυρεούς μονάδων πεζικού (avxilia) και ιππικού (vexillationes). Ήταν τουλάχιστον εξίσου προσφιλής όσο και ο αετός του Διός και ο συριακός Ήλιος ο Αήττητος, όταν έγινε έμβλημα και του πρώτου Χριστιανού αυτοκράτορα, του Φλαβίου Κωνσταντίνου, δηλαδή του Κωνσταντίνου Α' του Αγίου. Μέσω του οίκου του Αγίου Κωνσταντίνου, υιοθετήθηκε από το χριστιανικό ιερατείο και χρησιμοποιείται μέχρι σήμερα, πρωτίστως ως σύμβολο εξουσίας πάνω στις πατερίτσες των επισκόπων. Βέβαια άλλαξε νόημα, αφού πλέον συμβολίζει το κακό, ύστερα από την προσθήκη του σταυρού στην κορυφή της επισκοπικής ράβδου κατά το δεύτερο μισό του 19ου αι, αλληγορώντας τη "μανιχαϊστική" διακριτότητα του κακού, αλλά και την υποταγή του στο αγαθόν (καλό).
"Τι πιστεύετε για την κατάσταση της Ρωμανίας; Κρατάει όπως ήταν αρχικά, ή μήπως έχει εξασθενήσει;" Το ερώτημα αυτό, διατυπωμένο στα λατινικά, ταλάνιζε το συγγραφέα του Doctrina Jacobi nvper baptizati, ακριβώς πριν από τη λαίλαπα του Ισλάμ (634 μΧ). Όπως λέει και το ποντιακό άσμα, "η Ρωμανία επάρθεν" από τους θηριώδεις Μουσουλμάνους Τούρκους αρκετά αργότερα, μόλις το 1453 (για την ακρίβεια ανάμεσα στα έτη 1392-1475). Το λυπηρό είναι ότι οι σύγχρονοι Έλληνες έχουν άγνοια της κληρονομιάς τους, και του ρόλου που θα μπορούσαν ν'αναλάβουν, διεκδικώντας την. Οι Ελληναράδες σε κατάσταση αλυτρωτικής ονειρώξεως αναζητούν χαμένους αδελφούς λαούς σ'εσχατιές της ανθρώπινης λογικής, και συγκεκριμένα σε μακρινές βουνοκορφές, αλλά και κοντινούς γαλαξίες, ενώ παραβλέπουν ότι η σύγχρονη Τουρκία έχει απορροφήσει χαμένα στοιχεία του μεσαιωνικού πολιτισμού μας, αλλά και τα χαμένα πλήθη της Ρωμιοσύνης. Γιατί οι λαοί της Μικράς Ασίας, δηλαδή του δυναμικού πυρήνα της Ρωμανίας, που όπως βεβαιώνει και το DAI ηγούνταν πολιτιστικά του μεσαιωνικού Ελληνισμού, με π.χ. την Ελλάδα και τη Σικελία απλά ν'ακολουθούν, κατά το διάστημα 1100-1600 έγιναν τουρκόφωνοι. Μία ένδειξη γι'αυτό το γεγονός αποτελεί η περίπτωση της Φιλαδέλφειας. Ήταν η τελευταία κτήση των Παλαιολόγων στην Ασία, που κατακτήθηκε από τους Οθωμανούς. Η πολυπληθής Φιλαδέλφεια, πόλη του μεγέθους της Σταμπόλης, της Τραπεζούντας και της Σαλονίκης, είχε επιβιώσει ισορροπώντας επιδέξια ανάμεσα στα ισλαμικά αρχοντάτα του Αϊδινίου, του Γκερμιγιάν και του Μεντεσέ. Μαζί με το μεγαλύτερο μέρος της Ανατολίας (Αϊντίνι, Γκερμιγιάν, Μανίσα, Μεντεσέ, Τεκκέ, Χαμίντ, Γιαντάρ και Κάραμαν), ο σουλτάνος Μπαγιαζίτ Α΄, που συνοδεύεται από το διάδοχο της Ρωμανίας, Μανουήλ (Β΄) Παλαιολόγο, θα προσαρτήσει και το ρωμαϊκό θύλακα της Φιλαδελφείας, το 1392. Σύντομα η περιοχή της Φιλαδελφείας θα εξισλαμιστεί πλήρως, όπως προδίδει η ανάθεση του Ορθοδόξου ποιμνίου της Βενετίας, στον εκάστοτε μητροπολίτη Φιλαδελφείας, με πρώτο το Γαβριήλ Σεβήρο, ο οποίος όμως στο έργο του "Περί ιερωσύνης", αναφέρει ότι "Μητροπολίτης καλείται ο επίσκοπος "δια τι είναι ως μήτηρ της πόλεώς του". Είναι λοιπόν προφανές ότι ο λόγιος Γαβριήλ Φιλαδελφείας δε διέθετε πλέον πιστούς στην αρχική περιοχή δικαιοδοσίας του (1577). Μονάχα αργότερα θα εγκατασταθούν Χριστιανοί μετανάστες στην περιοχή. Εν τούτοις, ο τίτλος της ιεράς Μητροπόλεως θα διατηρηθεί, επειδή η Φιλαδέλφεια ανήκει στις 7 Εκκλησίες που αναφέρει η Αποκάλυψη του Ιωάννου. Για την ασιατική Ρωμανία ο εκτουρκισμός είναι λοιπόν η συνήθης έκβαση. Εξαίρεση αποτελούν οι Πόντιοι που αντιστάθηκαν περισσότερο στην αφομοίωση, πιστοί στην εθνική παρακαταθήκη του Αγίου Θεοδώρου Γαβρά. Όμως μέχρι και σε πεδία στα οποία σαφώς υπερείχε ο Ελληνισμός, ιδίως σε σχέση με οποιοδήποτε πολεμόχαρο, νομαδικό λαό, παραδόξως επικράτησε η τουρκική ορολογία. Χαρακτηριστικά παραδείγματα αποτελούν η Μαγειρική και η Ζαχαροπλαστική. Εξαιρέσεις υπάρχουν μόνο σε ότι αφορά αντιδάνεια όπως η τουρκική λέξη "κεφτέ", που προέρχεται από την ελληνική λέξη "σύγκοφτον", ή η ελληνο-συριακή λέξη "μπαμπάς", λέξεις που χρησιμοποιούσαν οι Ρωμιοί πριν εγκαταλείψουν τη γλώσσα τους για την τουρκική, και που διατήρησαν οι απόγονοί τους μέχρι σήμερα. Γενικά όμως, υιοθέτησαν σταδιακά ορολογίες που ταίριαζαν περισσότερο στη νέα τους γλώσσα, παρόλο που συνέχισαν να απολαμβάνουν τις χαρές της ελληνικής κουλτούρας. Μια χαρακτηριστική εντρύφηση που παρείχε η ελληνική κουλτούρα, ήταν τα λουτρά. Αυτά που οι Τούρκοι αποκαλούν "χαμάμ", αποτελούν φυσική εξέλιξη των "ρωμαϊκών λουτρών", η προέλευση των οποίων ανάγεται στην πολιτισμική περιοχή του Αιγαίου. Π.χ στα μέσα του 5ου αι πΧ, ο Ηρόδοτος αντιπαραβάλλει το "σκυθικό" τρόπο λουσίματος, δηλαδή τη "σάουνα", με το "δικό μας" τρόπο λουσίματος, αυτό που σήμερα μέχρι κι εμείς αποκαλούμε "χαμάμ".

Όμως είναι απορίας άξιον που συνέβη κάτι τέτοιο σ'ένα κράτος που ξεχάστηκε ακόμα και το ίδιο του το όνομα; Και ακόμα χειρότερα, ο λαός του, δηλαδή το σύνολο των εναπομεινάντων ελληνοφώνων Ρωμιών, αναπαράγει την πετυχημένη προπαγάνδα των Αψβούργων που βάπτισε τη Ρωμανία, "Βυζάντιο" για να νομιμοποιηθεί η δική τους αξίωση συνέχειας με το ρωμαϊκό μεγαλείο. Ακόμα και ο μαυροκίτρινος δικέφαλος αετός είναι πατέντα των πανούργων Αψβούργων, που δυστυχώς, στα νεότερα χρόνια εμείς έχουμε αντιγράψει! Αρχικά αποτελούσε τον απλό μαυροκίτρινο αετό του γερμανικού αυτοκρατορικού οίκου Χοενστάουφεν, που όμως αντέγραψαν και επεξεργάστηκαν αυθαίρετα (χωρίς επιγαμίες) οι αλαζονικοί Αψβούργοι, "οι προορισμένοι να κυβερνήσουν τον κόσμο", με την πρόθεση να μοιάσει με αυτόν της Ρωμανίας. Σημασία έχει να εξακολουθήσουμε να παράγουμε πολιτισμό, μεγαλεία, να δημιουργούμε λόγους για να ξαναρχίσουν να μας ακολουθούν και να μας αντιγράφουν τα υπόλοιπα έθνη. Σε αυτό δυστυχώς "έχουμε εξασθενήσει..." Αυτό το απλό συμπέρασμα, κι ένα ακόμα: Ήταν πολύ λαμόγια αυτοί οι Αψβούργοι, που επιπλέον μας κατέστρεψαν όταν εξάρθρωσαν την επαναστατική ομάδα του Ρήγα Φεραίου (1798), του σοφού Βλάχου που υπό την επιρροή του Διαφωτισμού επιχείρησε να καταλύσει την τυραννία της οθωμανικής δυναστείας, αντικαθιστώντας την αυτοκρατορία της με μια φιλελεύθερη ομοσπονδία εθνών, κάτι σαν "Ηνωμένα Έθνη της Ρωμανίας", στο πρότυπο των Ηνωμένων Πολιτειών της Αμερικής (το πανίσχυρο πολυεθνικό κράτος, ιδρυθέν μεταξύ των ετών 1775-83) και της 1ης Γαλλικής Δημοκρατίας (1792-1804), την οποία είχε γεννήσει η Γαλλική Επανάσταση (1789). Το κράτος-ουτοπία των αδελφωμένων λαών της Ρωμανίας φαντάζει πλέον ως άπιαστο όνειρο, ύστερα από το φρικτό 20ο αι. Όμως είναι μια βάση πάνω στην οποία μπορούμε να ελπίζουμε ότι τα παιδιά μας θα χτίσουν ένα καλύτερο αύριο (ασφαλέστερο, δυναμικότερο, or whatever).

Η επιδίωξη φυλετικής καθαρότητας, και η υπογράμμιση της εθνικής αποκλειστικότητας, έστω απλά η τόνωση του πατριωτικού φρονήματος, δεν αποτελούν ασφαλείς πολιτικές για ένα κράτος με προσδοκίες. Ο Ρήγας γνώριζε ότι σε περιόδους που κατέρρεαν οι αξίες και οι θεσμοί της αυτοκρατορίας
(όπως σήμερα, καλή ώρα, με φαινόμενα όπως i. διαφθορά, ii. κληρονομική διαδοχή σε δημόσια αξιώματα, iii. χειραγώγηση των αντιπροσώπων του λαού από υστερόβουλους πλουτοκράτες ιδιώτες, iv. καταλήστευση της κρατικής περιουσίας με ευγενείς προφάσεις όπως "εξυγείανση", "ανάπτυξη" & "παροχές", v. ξεπούλημα πλουτοπαραγωγικών κρατικών επιχειρήσεων (ΔΕΚΟ), vi. ασυδοσία, vii. δωροδοκίες & χρηματισμοί (μίζες),
vii. πλιάτσικο από το ένα το ληστο-μάγαζο, το εκάστοτε πρώτο κόμμα, που διευθύνει εν είδει συμφωνικής ορχήστρας: Εκτελεστική, Νομοθετική, Δικαστική, Τύπο (Τύπος & ΜΜΕ), ΟΤΑ (Τοπική Αυτοδιοίκηση), Εκκλησία και Στρατό, viii. ανυπαρξία ισονομίας, ix. αναξιοκρατία, τρομοκρατία -με την έννοια του "intimidation" - πολιτών που εκφράζουν θέσεις, απόψεις, συνειδήσεις και δόγματα μειοψηφίας, κ.ά),
παρουσιάζονταν το φαινόμενο, πολίτες ακόμα και των "ελληνικοτέρων" κοινοτήτων, ν'αυτομολούν και να προσχωρούν σε ανταγωνιστικά, αλλά ελκυστικότερα κράτη, όπως τα γοτθικά βασίλεια του Βοσπόρου, του Παριστρίου και της Ιταλίας, τ'αραβικά αμιράτα της Κρήτης και της Σικελίας, το νορμανικό ρηγάτο της Σικελίας, το σελτζούκικο σουλτανάτο της Ρωμανίας και τα τουρκικά εμιράτα των γαζήδων, μεταξύ των οποίων διακρίθηκαν το καραμανλί (καραμανικό) και τ'οσμανλί (οθωμανικό). Είναι ιστορικά βέβαιο ότι τα παρασιτικά αυτά κράτη δημιουργήθηκαν και γιγάντωσαν με τη συμβολή Ελλήνων.
Η σημερινή Ελλάδα δεν έχει να φοβηθεί τίποτα από τη διασφάλιση της ΑΠΟΛΥΤΗΣ ιστορικής αλήθειας. Δεν χρειάζεται να παραχαράζει κάτι για ν'αποδείξει οτιδήποτε, και είναι πραγματικά θλιβερό όταν συμβαίνει αυτό. Αντιθέτως, πρέπει ν'αγκαλιαστούν όλες οι κοινότητες Ελλήνων. Πρέπει να παταχθούν διασπαστικά φαινόμενα, όπως π.χ. οι ανόητοι παλαιοημερολογίτες (ΓΟΧ), που στο κάτω κάτω της γραφής παραβιάζουν όλους τους κανόνες περί κλοπής πνευματικών δικαιωμάτων (copyrights). Πρέπει να ανακτηθεί η ελληνική επιρροή επί της Ρωμαιοκαθολικής Εκκλησίας, έτσι ώστε να καταργηθεί ο ύπουλος ουνισμός, και να ομονοήσουν επιτέλους οι αδελφές Εκκλησίες Ανατολής & Δύσης. Τέλος, πρέπει να στηριχτεί το ΕΛΛΗΝΙΚΟ ΙΣΛΑΜ.
Θα μπορούσε να επιτευχθεί η δυναμική αποδοχή ενός ΕΛΛΗΝΙΚΟΥ ΙΣΛΑΜ, στα πλαίσια μιας πραγματικής Ανεξιθρησκείας, εμπνεόμενης από την ελληνιστική διανόηση: “Όλες οι θρησκείες είναι εξίσου i) ανακριβείς για το φιλόσοφο, ii) αληθινές για το νομοθέτη, και iii) χρήσιμες για το φοροεισπράκτορα!” Ενόψει και της στροφής της αμερικανικής πολιτικής που αποζητά πλέον αποκούμπι διαφορετικό από το Ισραήλ, μέσω εγκάρδιας συμμαχίας με “φάρους” μετριοπαθών τάσεων του Ισλάμ, όπως θεωρείται η προσφάτως ενσωματωθείσα στους 20 Μέγιστους της Οικουμένης (G20), Τουρκία, πρέπει επιτέλους να στηριχτεί το ΕΛΛΗΝΙΚΟ ΙΣΛΑΜ.
Αρχικά, με αρωγούς τους εκτός της Τουρκίας Κιριτλήδες (μουσουλμάνοι Κρήτες ή Τουρκοκρητικοί, οι οποίοι είναι διεσπαρμένοι στην Ανατολική Μεσόγειο, π.χ Δωδεκάνησα, Λιβύη, Αίγυπτος, Συρία, Λίβανος), και με σέκτες, όπως οι Μπεκτασήδες και οι Αλεβίτες, που χαρακτηρίζονται από μετριοπάθεια και ηπιότητα, ένας διαθρησκευτικός Ελληνισμός μπορεί να διεκδικήσει μια κυρίαρχη θέση στο χώρο που κάποτε καταλάμβανε η Ρωμανία. Σαφώς και οποιαδήποτε ισλαμική κοινότητα της χώρας, πρέπει να εκπορεύεται από το ελληνόφωνο Ισλάμ, μέσω ενός ελληνικού ιερατείου, είτε πρόκειται για την περιβόητη τριεθνή μειονότητα Μουσουλμάνων στη Θράκη, είτε πρόκειται για ταλαίπωρους μετανάστες, φερ'ειπείν, ινδογενείς από το Σουρινάμ.
Η επιβίωση και η ευημερία της σύγχρονης Ελλάδας μπορεί να διασφαλιστεί, εάν συνειδητοποιηθεί το μοτίβο που υποδεικνύεται ιστορικά: Όποτε εμφανίζονταν μισαλλοδοξία στα φρονήματα των πολιτών της Ρωμανίας, δηλαδή όποτε χάνονταν το φιλελεύθερο πνεύμα ευνομίας και κοσμοπολιτισμού που πρέσβευε ο Ελληνισμός και που αποτελούσε τον κύριο παράγοντα συνοχής της αυτοκρατορίας, η απώλεια γίνονταν ιδιαίτερα αισθητή, αφού η Ρωμανία ζημιώνονταν ερχόμενη αντιμέτωπη είτε με την πολυεθνική προσαρμοστικότητα των νομαδικών κρατών του βορρά, είτε με την ισοπεδωτική αδιαλλαξία του απλοϊκού Ισλάμ. Και στις δύο περιπτώσεις το αποτέλεσμα ήταν συνήθως η αποστασία πολιτών, με την επακόλουθη συρρίκνωση της Ρωμανίας.

Με τους Οθωμανούς Τούρκους συνδυάζονται και οι δύο απειλές. Οι Οθωμανοί προελαύνουν και κατακτούν τη Ρωμανία (1261-1402), ουσιαστικά εκ των έσω, χρησιμοποιώντας ασκέρια από εξισλαμισθέντες Ρωμιούς, οργανωμένους να μάχονται με βάναυσες αλταϊκές τακτικές, συντονισμένους υπό την σκληρή, αλλά ικανή ηγεσία του μέχρι πρότινος ασήμαντου οίκου των Οσμανλιδών, που ισχυρίζεται μάλλον αβάσιμα ότι κατάγεται τόσο από τ' ογουζικό γένος του Καγί Αλπ, όσο κι από τον ελληνικό οίκο του Ιωάννη Κομνηνού Τζελεπη.
Η αρχική, σαρωτική εξάπλωση του οθωμανικού εμιράτου οφείλεται σε τέσσερις περιβόητες οικογένειες Μουσουλμάνων Ελλήνων πολέμαρχων, που συνεργάζονται με τη δυναστεία των Οσμανλιδών. Οι σουλτάνοι θ'αποφύγουν να συνάψουν επιγαμίες με τις συγκεκριμένες ισχυρές ελληνικές οικογένειες. Όμως συχνά παντρεύονται Ελληνίδες. Οι σουλτάνοι Μουράτ Α΄, Μπαγιαζίτ Α΄ ο Κεραυνός, Μπαγιαζίτ Β΄, Οσμάν Β΄, Μουράτ Δ΄, Ιμπραήμ Α΄ ο Τρελός, Μουσταφά Β΄ και Αχμέτ Γ΄ είχαν Ελληνίδες μητέρες. Οι Τούρκοι της Ρωμιοτουρκίας έχουν ρωμέικες ρίζες, γεγονός που γνώριζε ο Μουσταφά Κεμάλ (ΆταΤουρκ = ο μπαμπάς των Τούρκων) το 1921, όταν μετέφερε την έδρα του από την Αμάσεια, επιλέγοντας ως πρωτεύουσά του την Άγκυρα, δηλαδή την κρίσιμη τοποθεσία, εξαιτίας της οποίας οι Οσμανλίδες αποφάσισαν ν' αποκόψουν τις ελληνικές ρίζες της αυτοκρατορίας τους. Κατά την καθοριστική μάχη της Άγκυρας (1402), οι Τουρκμάνοι πολεμιστές του κατά 3/4 ελληνόσπορου Μπαγιαζίτ Α΄ (1389-1402) συνειδητοποιούν ότι ο ηγέτης τους, όχι μόνο δεν είναι γνήσιος γόνος της ονομαστής ογούζικης φυλής των Καγί όπως ήταν ο πάγιος ισχυρισμός του οίκου του, αλλά επιπλέον έχει μετατραπεί σε τυπικό μονάρχη ρωμέικου τύπου. Αντίθετα ο Ταμερλάνος τους φαίνεται "τουρκμενικώτερος", κι ας ισχυρίζεται ο ίδιος ότι είναι μογγολικής καταγωγής. Έτσι σημειώνονται μαζικές αυτομολήσεις Τουρκμάνων (="πολύ" ή γνήσιοι Τούρκοι) προς τις ορδές του Ταμερλάνου ο οποίος έτσι κατασυντρίβει, αιχμαλωτίζει και κλείνει σε κλουβί τον έως πρότινος πανίσχυρο Μπαγιαζίτ. Τελικά η δυναστεία των Οσμανλιδών θα επιβιώσει, όμως δεν θα ξανατολμήσει ν'αποκοπεί από την τουρκική κληρονομιά της. Όπως θα διεκδικεί την πρωτοκαθεδρία στο (σουνίτικο) Ισλάμ, έτσι θα διεκδικεί και την ηγεμονία ανάμεσα στα τουρκικά έθνη, μαχόμενη με πάθος δυναστείες γνησιότερα ογουζικές, όπως οι Ακ Κογιουνλού στην Αρμενία και το Κουρδιστάν, αλλά και οι Σαφαβίδες στο Αζερμπαϊτζάν και το Ιράν.

Λίγο νωρίτερα, κατά τα χρόνια του σουλτάνου Μουράτ Α΄ (1362-89), όταν η οθωμανική κυριαρχία εξαπλώνεται ραγδαία στα Βαλκάνια, εμφανίζεται και ο ολέθριος για τους Ρωμιούς θεσμός του Ντεβσιρμέ, που οργανώνεται από τον Καρά Χαλίλ Τσανταρλή, ύστερα από προτροπή του Καραμανλή Μουσουλμάνου θεολόγου Καρά Ρουστέμ. Με το Ντεβσιρμέ αντιγράφονται παλαιότερα συστήματα προσεταιρισμού & στρατολόγησης, όπως οι Τουρκοπώλοι, οι Γκουλαμ και οι Μαμελούκοι, με μια πιο αξιοκρατική λογική, όμως, και με μια σαφώς προσηλυτιστική διάθεση ως προς τους Απίστους (μη-Μουσουλμάνους). Ο Ντεβσιρμές εξασφαλίζει την αποδοτική αξιοποίηση του εμψύχου δυναμικού των εφήβων Ρωμιών, οι οποίοι ύστερα από κατάλληλη εκπαίδευση κατά την οποία θεωρούνται ατσεμί (= ατζαμήδες), προωθούνται σε διοικητικές θέσεις της κρατικής μηχανής (Ιτς Ογλάν = "Τσογλάνια", ελληνιστί), αλλά και σε ποικίλες μονάδες των οθωμανικών ασκεριών, με κυριώτερη ένα καινούργιο επίλεκτο σώμα του στρατού ξηράς, το Γενί Τσερί (= Νέος Στρατός), τμήμα του οποίου αφιερώνεται στη μέχρι εσχάτων φύλαξη του οθωμανού σουλτάνου, ο οποίος θεωρείται επίτιμο μέλος αυτών των "Γενίτσαρων". Κατά βάση ρωμέικης προέλευσης, οι Γενίτσαροι θα διακριθούν στα πεδία των μαχών, με αρκετές ένδοξες στιγμές, όπως η συντριβή του Σαφαβίδη σάχη της Περσίας, η κατάληψη της επικράτειας των Ιωαννιτών Ιπποτών (Ρόδος & Σποράδες), αλλά και η νίκη επί των συναδέλφων τους, των Musketeers, ήτοι των μουσκετοφόρων σωματοφυλάκων του βασιλιά της Γαλλίας, κατά τη διάρκεια της πολιορκίας του Χάντακα. Ύστερα από τις μεθοδικές διαδικασίες του Ντεβσιρμέ, οι νεαροί Ρωμιοί περνούν πλέον σε ανώτερα κοινωνικά στρώματα της οθωμανικής κοινωνίας, όμως συνήθως αποκτούν πλήρη περιφρόνηση για το Χριστιανισμό. Γι'αυτό και οι συγγενείς τους τους ξεγράφουν και τους πενθούν. Γενικά οι εναπομείναντες Χριστιανοί απεχθάνονται τον αξιοκρατικό θεσμό του Ντεβσιρμέ, τον οποίο αποκαλούν Παιδομάζωμα, συγχέοντάς τον με το εμπόριο λευκής σαρκός, που επίσης λαμβάνει χώρα, αν και ανεπίσημα. Ως Παιδομάζωμα αυτού του είδους νοείται κυρίως ο ταπεινωτικός θεσμός των Κιουτσεκλέρ (= τα μικρούλικα), δηλαδή η παιδική εκπόρνευση των ραγιαδόπουλων.

Η δυναστεία των Οσμανλιδών προσπαθούσε διακαώς να επιβληθεί σε όλα τα γνώριμα έθνη. Αυτή η επιθετική πολιτική ήταν κάτι σαν δόγμα. Π.χ. ο σουλτάνος Μεχμέτ Δ΄, εγγονός Ελληνίδας, αλλά και γιος Ρωσίδας, που πέτυχε την υποταγή του Χάντακα (σημ. Ηράκλειο Κρήτης), όπως και άλλων προπυργίων του Ελληνικού Αρχιπελάγους που επέμεναν ν'αψηφούν την οθωμανική εξουσία. Επίσης επιδίωξε να επεκτείνει την κυριαρχία του στη Ρωσία, μέσω του ήδη υποτελούς χανάτου της Κριμέας. Ύστερα από νίκες εναντίον της λιθουανο-πολωνικής κοινοπραξίας, που πρωταγωνιστούσε στην Ανατολική Ευρώπη, και με τη σαφή πρόθεση να εισβάλλει στις ρωσικές πεδιάδες, προσπάθησε να προσεταιριστεί τις ουραλο-αλταϊκής καταγωγής παραστρατιωτικές ομάδες της στέπας, τους Κοζάκους. Όμως, οι Ζαπορόζιοι Κοζάκοι του απάντησαν με την περίφημη επιστολή τους, απείρως προσβλητική για τον ίδιο. Η στιγμή που συντάσσεται η άκρως διασκεδαστική αυτή επιστολή, απεικονίστηκε με απολαυστικό τρόπο από το Ρώσο ζωγράφο Ηλία Ρέπιν στα τέλη του 19ου αι. Συνολικά, η αυτοκρατορία των Οθωμανών δεν κατάφερε να συσπειρώσει τους λαούς που απορροφούσε, χάνοντας εν καιρώ και τα όποια ψήγματα αφοσίωσης απολάμβανε, αφού παρέμενε ένα καθεστώς άδικο, ανελεύθερο, που μόνο χειρότερο γίνονταν όσο περνούσαν τα χρόνια. Μεταξύ άλλων δυσαρεστημένων είναι και οι Χριστιανοί Έλληνες που θα εξεγερθούν μαζικά τρεις φορές, μέχρι να πετύχουν την ανεξαρτησία μέρους από τη χώρα τους (1769, 1790, 1821). Με παράδοση αιώνων σε παρεμβάσεις και πραξικοπήματα εις βάρος της οσμανλίδικης δυναστείας, οι Γενίτσαροι θα εξολοθρευτούν, ύστερα από βομβαρδισμό των στρατώνων τους (1826), και ενώ θα μαίνεται ο 3ος ξεσηκωμός των Χριστιανών Ρωμιών. Η εξολόθρευση των κατά τ'άλλα στυλοβατών του καθεστώτος, εντάσσεται στα πλαίσια μεταρρυθμιστικών μέτρων που θα λαμβάνονται ανεπαρκώς καθ'όλο το 19ο αι για την εξυγίανση της αυτοκρατορίας. Η επιβολή του φεσιού στους δημοσίους υπαλλήλους της Οθωμανικής αυτοκρατορίας, και η ανέγερση υποδειγματικών φυλακών, όπως το Ιτζεντίν στα Χανιά, είναι ανάμεσα στα μέτρα που απέτυχαν να εκσυγχρονίσουν και να διασώσουν το καθεστώς των Οθωμανών. Μέχρι τέλους, που ήρθε ανάμεσα στα έτη 1918-24, βασίλευσε η ασυδοσία των Μουσουλμάνων επί των Απίστων, όπως και το δίπτυχο "χαράτσι & μπαξίσι". Δηλαδή το κράτος λειτουργούσε μόνο μέσω του φόρου εισοδήματος & της μίζας, όπως θα λέγαμε και σήμερα, αντί να οργανώνει πρώιμες "ΔΕΚΟ", όχι βέβαια ταγμένες στην υπηρεσία των πολιτών, αλλά που να εξασφαλίζουν χαρτζιλίκι για τον κορβανά του, τον κρατικό κουμπαρά, έτσι ώστε να μην βασίζεται στην απομύζηση των πολιτών, στο νταβατζιλίκι, για να πορεύεται.

Όμως, ποια είναι η βασική προϋπόθεση για τη συνοχή των πολιτών, όχι στην Ελλάδα ή τη Ρωμανία, αλλά σε μια οποιαδήποτε χώρα; Μα φυσικά η γοητεία της επικρατούσας γλώσσας: Ο σοφός Βλάχος, ο Ρήγας, θεωρούσε ότι στην ομοσπονδία που θ'αντικαθιστούσε την καταπιεστική Γραικοτουρκία της οθωμανικής δυναστείας, συντονιστικό ρόλο θα είχε η ελληνική λαλιά. Ωφέλιμη είναι μόνο η προστασία και η ανάπτυξη της γλώσσας. Κακά τα ψέματα, σήμερα η ελληνική γλώσσα είναι αρκετά ταλαιπωρημένη, γερασμένη και ανυπεράσπιστη μπροστά στη σφριγηλή τουρκική, την ανθηρή ρωσική, τις σπιρτόζες νεολατινικές (που συνήθως διατηρούν την μελωδικότητα που κάποτε χαρακτήριζε και τη δική μας λαλιά), την εδραιωμένη αραβική και φυσικά την οικουμενική αγγλική. Χρειάζεται φροντίδα! Κάτι αντίστοιχο, αλλά δυναμικότερο, από το Institute Fransaise, το Ίδρυμα Cervantes, το Βρετανικό Συμβούλιο, το Ίδρυμα Γκαίτε κτλ. Κάτι που να δρα εντός και εκτός Ελλάδας & Κύπρου, και που να προσαρμόζεται στις διαλέκτους και γλώσσες θνήσκοντων ελληνικών κοινοτήτων, όπως είναι π.χ. οι Ρωμαιοκαθολικοί Γκρεκάνοι, Σαλεντίνοι και Μανιάτες (της Κορσικής), αλλά και οι απανταχού Μουσουλμάνοι, όπως οι Τουρκοπόντιοι και οι Τουρκοκρητικοί. Επίσης πρέπει ν'αγκαλιάζονται και να επιμορφώνονται οι αλλόγλωσσοι που παραδόξως επιθυμούν ακόμα να συσχετίζονται με τη Ρωμιοσύνη, όπως π.χ. οι τουρκόφωνοι Ρωμιοί (οι Χριστιανοί Ουρούμ της Ουκρανίας & της γεωργιανής Τσάλκας), και οι κατά τόπους ομογενείς (από την Αμερικανική Ήπειρο, μέχρι την Ωκεανία).

Οι γλώσσες έχουν ζωντανή υπόσταση. Γεννιούνται, αναπτύσσονται, κι ενδεχομένως σβήνουν και πεθαίνουν. Πολλαπλασιάζονται κι επεκτείνονται όπως τα κλαδιά ενός δέντρου. Επίσης μας ενώνουν, παρόλο που μας χωρίζουν. Πριν από κάμποσα χιλιάδες χρόνια δύο γειτονικοί λαοί, προφανώς αντιγράφοντας αλλήλους, ανέπτυξαν για πρώτη φορά στην Ιστορία τη σιτοκαλλιέργεια, γεγονός που τους χάρισε την απαραίτητη δημογραφική και πολιτιστική ισχύ για να εξαπλωθούν με καταπληκτική επιτυχία. Το μυστικό της επιτυχίας τους αποκαλύπτεται αναπλάθοντας την αλληλουχία: σιτάρι, αλεύρι, ψωμί, δυνατότητα μαζικής σίτισης, αστικά κέντρα, ισχυρές κυβερνήσεις, επιμελητείες (logistics), οργανωμένοι στρατοί. Στη συνέχεια έγινε "μύλος η υπόθεση".

Το ένα έθνος ξεπήδησε από το σημερινό Ισραήλ, γεννώντας τη χαμιτο-σημιτική (ή αφροασιατική) γλωσσική ομάδα, στην οποία ανήκει η σημιτική ομογλωσσία, με γλώσσες όπως η αραμαϊκή (η γλώσσα του Χριστού, που για κάποιο διάστημα λογίζονταν ως η 3η γλώσσα της Ρωμανίας), η βαβυλωνιακή, η ασσυριακή, η φοινικική, η εβραϊκή, η αραβική, η μαλτέζικη, η αμχαρική, η γεεζική, η τιγρέ και η τιγρινύα, μεταξύ άλλων. Στη χαμιτο-σημιτική ομάδα περιλαμβάνονται επίσης η αιγυπτιακή (σε χρήση βρίσκεται ακόμα η ιερή γλώσσα των Κοπτών), η τσαντική (π.χ. η λαλιά των λαμπρών Χάουζα), η ονγκοτα, η ομοτική, η μεροητική (κουσιτική), η βερβερική (σε Μαυριτανία (=> Μαρόκο), Μπαρμπαριά (=> Αλγερία), και Τούνεζι (=> Τυνησία)), αλλά και η κρητο-γαραμαντική ομογλωσσία των Μινωιτών (η γλώσσα της Γραμμικής Α΄).

Το δεύτερο έθνος γεωργών-πολεμιστών ξεπήδησε από τη βόρεια Συρία και το Κουρδιστάν, γεννώντας την αριο-ευρωπαϊκή γλωσσική ομάδα, από την οποία στη Δύση (ως Κέντουμ Κλάδος) προήλθαν η αχαϊκή (που περιλαμβάνει την ελληνική και την αρμενική), η ανατόλια-λουβική (που περιλάμβανε τη λελεγική και την ισαυρική), η ανατόλια-χετταϊκή (που περιλάμβανε τη λυδική και την πελασγική), η ιλλυρική (εκ της οποίας απομένει η αλβανική, αλλά που κάποτε περιλάμβανε γλώσσες όπως η ιαπυγική, η μεσσαπική, η παννονική), η βαλτική (η οποία περιλαμβάνει τη λιθουανική, τη λεττονική, την εκλιπούσα πρωσική, αλλά και τη θρακική γλωσσική υπο-ομάδα), η σλαβική (οι πιο αρχαίοι λαοί που εικάζεται ότι ήταν σλαβόφωνοι ήταν οι Βουδινοί, κάπου εντός της κατοπινής Ρωσίας, οι οποίοι διατηρούσαν άριστες σχέσεις με την ελληνοσκυθική φυλή των Γελωνών, αλλά και το υποτιθέμενα "θρακικό" έθνος των Κρώβυζων (=> Κροάτες) που αρχικά κατοικούσε μεταξύ του π. Ίστρου (Δούναβης) και του π. Βορυσθένους (Δνείπερ), στην κατοπινή Ουκρανία), η γερμανική (στην οποία ανήκε και η λαλιά των Γότθων & Βανδάλων), η κελτική (ή γαλατική), αλλά και η βενετο-σαβελλο-λατινική (ή ιταλική) ομογλωσσία, η οποία μας χάρισε τη λατινική με τις θυγατρικές της, τις νεολατινικές γλώσσες.

Όσοι από τους Αριοευρωπαίους κινήθηκαν από το Κουρδιστάν (Σάτεμ Κλάδος), δηλαδή την αρχική πατρίδα, προς την Ανατολή, διατήρησαν το αρχικό όνομα "Άριοι". Εν τούτοις, διαμόρφωσαν την ιρανική ομογλωσσία, η οποία μεταξύ άλλων γλωσσών περιλαμβάνει την κιμμερική (γκομερ), την υρκανική (κουργκάν) ή χοράσμια, την παστού (που μάλλον εξελίχθηκε από διάλεκτο των Βάκτριων), την ομάδα γλωσσών του όρους Παμίρ, τη σκυθική ή σάκα (από την οποία προήλθαν οι σαρματικές διάλεκτοι, όπως η αλανική, που εξελίχθηκε στην οσσετική), τη μηδική (από την οποία προήλθαν οι κασπιακές λαλιές, η κουρδική, που παρουσιάζει έντονες σημιτικές επιρροές, η ορμούρι-παραχι, η ταλυσι, η χαλατζ, η σεμνανι, η ζαζα-γκορανι, και η μπαλούχι, που ίσως εξελίχθηκε από διάλεκτο των Αραχώσιων), την ταμπαρί, τη λούρι, την περσική (από την οποία προήλθαν η φαρσί, η τατζίκικη και η ντάρι (η λαλιά των Ζωροαστριστών), μεταξύ άλλων), την παρθική ή παχλαβί (από την οποία προήλθε η τατ). Επίσης σχηματίστηκε η δαρδική ομογλωσσία (η οποία γέννησε κάμποσες λαλιές στο Κασμίρ), αλλά και η ινδοάρια, η οποία παρουσιάζει εξαιρετική ποικιλία περιλαμβάνοντας γλώσσες & υποομάδες γλωσσών όπως π.χ. η αρχ. σανσκριτική και οι κατοπινές χίντι-ουρντού, σίντι, πουντζάμπι, γκουτζαράτι, σιραϊκι, μαράθι, κονκανι, μπεγκάλι, σινχαλεζο-μαλδιβική, μπιχάρι, οριγια. Ο τέταρτος κλάδος της ομάδας των Αρίων, απαρτιζόμενος από τις διαλέκτους του Ινδοκαυκάσου (Ιντοκους), που μιλούν οι λαοί του Νουριστάν και του Καλάσα, αποτελεί ένα σχεδόν ξεχασμένο μικρόκοσμο εντός της συνολικής αριο-ευρωπαϊκής λαοθάλασσας. Στα τέλη του 4ου αι π.Χ, οι πρόγονοι αυτών των λαών ξάφνιασαν ευχάριστα τους Έλληνες κατακτητές και αποίκους, όταν τους υποδέχθηκαν φιλόξενα και γλεντούσαν διονυσιακά μαζί τους, σε αντίθεση με τους υπολοίπους Αρίους που πρόβαλλαν σθεναρή αντίσταση, όπως έκαναν και κάνουν εναντίον οποιοδήποτε εισβολέα.
Τέλος, από την ξεχασμένη, αν και σίγουρα καταπληκτική, μετακίνηση μιας φυλής, της ανατολικότερης που ανήκε ποτέ στον Κέντουμ κλάδο της αριο-ευρωπαϊκής ομάδας, κατάγονταν και οι δύο γλώσσες των Τόχαρων, ενός λαού που κατά την Ελληνιστική Εποχή εντοπίστηκε να κατοικεί στο μακρινό Τακλαμακαν, την ανατολική εσχατιά του Ελληνιστικού Κόσμου, στο κατοπινό Κινέζικο Τουρκεστάν. Οι Τόχαροι θα ευημερήσουν για αρκετούς αιώνες (18ος αι πΧ - 9ος αι μΧ). Μάλιστα θα προσηλυτιστούν στο Μαχαγιάνα (= Μέγα Άρμα) Βουδισμό, μέσω της Βακτριανής. Όμως, μαζί με τους Σάκες (ανατολικοί Σκύθες), θα συμβάλλουν στην καταστροφή των ελληνικών βασιλείων στη Βακτρία και τις Ινδίες, ενώ τελικά θα συγχωνευτούν με το τουρκικό έθνος των Ουϊγούρων. Πολιτιστικές ενδείξεις υποδεικνύουν συνάφεια των Τόχαρων με τους Κέλτες-Γαλάτες.
Πάντως η περίπτωση των Τόχαρων δεν αποτελεί τη μοναδική συγκλονιστική μετανάστευση που έχει καταγραφεί ποτέ: Ακόμα και σήμερα επιζούν οι Γιουγκαγίρ, υπόλειμμα εξάπλωσης της Ουραλικής Ομοεθνίας σε όλη τη βόρειο Ασία, και μέχρι τις ακτές του Ειρηνικού Ωκεανού. Είναι πολύ πιθανή η γλωσσική συνάφεια της Ουραλικής Ομογλωσσίας και με την Εσκιμο- Αλεουτική Ομογλωσσία, η οποία εκτείνεται από τις ανατολικές παρυφές της Σιβηρίας, έως και τη Γροιλανδία. Επίσης υπάρχει και η περίπτωση της μεμονωμένης εθνικής ομάδας των Οστυακ (= "ξένοι", όπως αποκαλούνται από τους ανήκοντες στην Αλταϊκή Ομοεθνία γείτονές τους), αυτοχθόνων της κοιλάδας του π. Γενισέι. Αυτοί οι Γενισεανοί, τελευταίο υπόλειμμα των οποίων αποτελούν οι Κετ, συγγενεύουν γλωσσικά και φυλετικά με τους Να-Ντένε ιθαγενείς της Βορείου Αμερικής. Διηπειρωτικές (Ασία - Ωκεανία - Αφρική) υπήρξαν και οι ποντοπόρες μεταναστεύσεις των λαών, οι γλώσσες των οποίων σχηματίζουν την Αυστρονήσια Ομογλωσσία.

Από Φορμόζα και νότια Κίνα, έως τη Μαδαγασκάρη και το Νησί του Πάσχα

Το γεγονός ότι μία φαινομενικά απλή ευρεσιτεχνία, όπως είναι η σιτοκαλλιέργεια, άλλαξε τελείως το ρουν της Ιστορίας της Ανθρωπότητας, τελικά δεν είναι κάτι το σπάνιο. Ουσιαστικά, όλα τα ιστορικά γεγονότα μπορούν ν'αναχθούν σε βασικά αίτια, ποικίλα μεγέθη ενός πολυπαραμετρικού συστήματος, που όμως συνήθως είναι απλά και προβλέψιμα. Για παράδειγμα, παρόμοια εκρηκτική επίδραση, με αυτή που είχε η σιτοκαλλιέργεια για τους Αριοευρωπαίους & τους Χαμιτοσημίτες, είχε η εφεύρεση του αναβολέα από κάποιο Aλταϊκό έθνος. Άλλο παράδειγμα αποτελεί η διάδοση της χρήσης του σιδήρου στους Κογκο-Νιγηρικούς λαούς, οι κυριότεροι των οποίων είναι οι Μπαντού. Σε συνδυασμό με τη βοοτροφία, η σιδηροχρησία τους επέτρεψε να εξαπλωθούν σε αχανείς εκτάσεις της Αφρικής, εκτοπίζοντας τους Νειλο-Σουδανούς, αλλά κυρίως τους Χοϊσάνους, μια φυλή των οποίων πρωταγωνιστεί στην ταινία "Και οι θεοί τρελάθηκαν". Παρεπιμπτόντως, όπως οι Αβορίγινες της Αυστραλίας, έτσι και οι Χοϊσάνοι, επίσης γνωστοί ως Βουσμάνοι ή Οτενόντοι, έχοντας σχηματίσει ειρηνικές κοινωνίες, σχεδόν ιδανικές, και σε πλήρη αρμονία με το φυσικό περιβάλλον, έχουν προβληματίσει τους κοινωνιολόγους, αφού δικαιώνουν τους θεωρητικούς αναρχικούς και τις απόψεις τους για το πως θα έπρεπε να ζούμε. Αν, βέβαια, μας άρεσαν οι ανέσεις της Παλαιολιθικής Εποχής. Τότε βέβαια, κατά τις απαρχές της Ιστορίας, οι περισσότεροι λαοί του κόσμου, όπως οι Αριοευρωπαίοι, οι Χαμιτοσημίτες (Αφρο-Ασιανοί), οι Κογκο-Νιγηρανοί, οι Αυστρονήσιοι (π.χ Πολυνήσιοι (όπως οι Χαβανέζοι και οι Μαορί), Μικρονήσιοι, Ινδονήσιοι, Μαλαίοι, αλλά και Μαδαγασκαρηνοί), οι Αυστρο-Ασιανοί (οι αρχικοί αυτόχθονες σε Ινδία και Ινδοκίνα, κυρίως Χμερ, Βιετναμέζοι, Μον & Μουντα), οι Χμογκ-Μιεν, οι Καμ-Τάι, οι Σινο-Θιβετανοί, και οι Δραβίδες, επιλέξαμε τη βλαβερή, αλλά βολική "Πρόοδο".
no b-planet

Στη Βίβλο, η κοσμοπλημμύρα των μετακινούμενων Αριοευρωπαίων & Χαμιτοσημιτών αποδόθηκε στους υποτιθέμενους απόγονους των γιων του Νώε. Οι απόγονοι των Σημ, Χαμ, αλλά και Ιαφεθ -όνομα που θυμίζει τον εξίσου μυθικό τιτάνα Ιαπετό, παππού του Δευκαλίωνα και της Πύρρας- σάρωσαν, κατέκλυσαν την οικουμένη. Ομάδες από Χαμιτοσημίτες & Αριοευρωπαίους κατέκτησαν, αφομοίωσαν, εκτόπισαν ή εξολόθρευσαν πολλούς λαούς εξίσου ή περισσότερο πολιτισμένους, αλλά φευ λιγότερο δυναμικούς. Γνωρίζουμε π.χ. λαούς που ανήκαν σε γλωσσικές ομάδες, όπως η νειλο-σουδανική στην Αφρική, η οποία επηρέασε το σχηματισμό του μεγαλιθικού πολιτισμού, αλλά και την πρόοδο της προδυναστικής Αιγύπτου. Σε αυτήν ανήκαν οι γλώσσες των Αιθιόπων & των Φαιάκων των ελληνικών μύθων, όπως επίσης και η νουβική, η λαλιά της 25ης δυναστείας της Αιγύπτου, αυτής των μαύρων φαραώ. Σήμερα η νειλο-σουδανική περιλαμβάνει πολλές γλωσσικές υποομάδες, με γλώσσες όπως η σονγκαϊ (όπως η πάλαι ποτέ αυτοκρατορία με έδρα στο Τιμπουκτού), η κανουρι (στα πέριξ του π. Νίγηρα), η λανγκο & αχολι (που μιλιούνται από πολύπαθους λαούς στην Ουγκάντα), η ντινκα μαζί με τη φουρ (που μιλιέται στο Νταρφουρ) και τη νουερ (οι λαλιές των λαών που καταδυναστεύονται στο νότιο Σουδάν), η νουβική (μια σύγχρονη εκδοχή της αρχαίας γλώσσας), η μασάι (στην Κένυα, μιλιέται από τον ομώνυμο λαό που, με τη φήμη του, έλκει στίφη τουριστών) και η λουο (επίσης στην Κένυα, που αποτελεί την προγονική λαλιά του Προέδρου των ΗΠΑ, Μπαρακ Χουσεΐν Ομπάμα). Άλλη γλωσσική ομάδα που βλάφτηκε, αν και τελικά επιβίωσε, από την επέλαση των σιτοδίαιτων πολεμιστών, είναι η προχωρημένη και πολυπληθής ελαμο-δραβιδική η οποία ξεκίνησε τις λαμπρές πολιτιστικές σφαίρες του Ιράν και της Ινδίας, με γλώσσες όπως η Ελυμαϊκή, η Τελουγκου, η Ταμίλ, η Μαλαγιαλαμ και η Μπραχουι. Στον Καύκασο άντεξαν τρεις επιπλέον ενδιαφέρουσες γλωσσικές ομάδες, δηλαδή η αντυγαμπάζα (των Τσερκέζων, των Αντυγαίων, των Καμπαρντίνων, των Αμπαζα και των Αμπχαζίων, όπως και των προγόνων τους, που κάποτε κάλυπταν τεράστιες εκτάσεις στην ανατολική Ευρώπη, τη Σαρματία), η ναχο-νταγκεστάνια (των Τσετσένων, των Ιγκουσετών και των πολυάριθμων φυλών του Νταγκεστάν, ήτοι "Χώρα των Βουνών", την οποία οι Ρωμαίοι αποκαλούσαν "Αλβανία") και η καρτβελική (των Γεωργιανών, των Μιγκρέλιων και των Λαζών).

Σύμφωνα με περίφημη γλωσσολογική μελέτη του Γεωργιανού Θωμά Γκαμκρελιντζε και του Ρώσου Β. Ιβανώφ, η γλώσσα του αρχικού έθνους των Αριοευρωπαίων προσιδίαζε με τις γλώσσες της καρτβελικής ομογλωσσίας. Ενδεχομένως οι Αριοευρωπαίοι στην αρχική τους κοιτίδα να γειτνίαζαν προς το βορρά με Καρτβέλιους, όπως βρίσκονταν σε επαφή με τους Σημίτες προς το νότο. Ύστερα από κάμποσους αιώνες παρουσίας Αριοευρωπαίων στην Ευρώπη, επέζησε μετά βίας μία γλώσσα Ευρωπαίων αυτοχθόνων, η βασκική. Κατά την Αρχαιότητα έλαμψαν στο κατοπινό Ιράκ και οι απίστευτα προοδευμένοι Σουμέριοι, λαός εξίσου μεμονωμένος όσο και οι Βάσκοι σήμερα, πριν αφομοιωθούν από σημιτικά έθνη, όμως. Κατά παρόμοιο τρόπο πρέπει οι Αριοευρωπαίοι ν'αφομοίωσαν σχεδόν ολόκληρη την ακμάζουσα αλαρόδια γλωσσική ομάδα, με γλώσσες όπως αυτές των Ουραρτού (δηλαδή των πρωτο- Αρμενίων) και των Χουρριτών.

Πάντως, φυλετικοί απόγονοι των Αλαροδίων (ή Ουραρτού, ή Ναΐρι), σαφώς και θ'αποτελέσουν οι Αρμένιοι των κατοπινών εποχών, αν και γλωσσικοί τους συγγενείς είναι μονάχα οι πολυάριθμες, αλλά ολιγομελείς λαλιές της Βορειοανατολικής Καυκασιανής (ήτοι Ναχο- Νταγκεστάνιας) Ομογλωσσίας, ενός κλάδου - απομεινάρι της αρχαίας Αλαρόδιας Ομογλωσσίας. Ενώ οι Αριοευρωπαίοι θα εξαπλώνονται ραγδαία σε Ανατολή (Ιράν, Ινδία και Τοχαρία) και Δύση (Ανατολία κι Ευρώπη), στην αρχική τους κοιτίδα θα εισχωρήσουν αλαροδικές φυλές, πανίσχυρες από κάποια στιγμή και μετά, ύστερα από την εξημέρωση του ίππου, και τη χρησιμοποίησή του στην τέχνη του πολέμου. Οι Αρμένιοι θα δημιουργηθούν αρκετά αργότερα, από την ανάμειξη Φρύγων κατακτητών (Μούσκοι) από την ελληνική Δύση, με το λαό Ναϊρι, τους Ουραρτού των ασσυριακών πηγών, τους Αλαρόδιους των ελληνικών πηγών, ενός αλαροδικού υποστρώματος συγγενικού με τους Χουρρίτες.
Σίγουρα η μεγάλη ποικιλία των λαών που μιλούν σήμερα γλώσσες καταγόμενες από τις αρχικές λαλιές των Χαμιτοσημιτών και των Αριοευρωπαίων, δεν οφείλεται μόνο στην ευρεία γεωγραφική εξάπλωσή τους, αλλά προκλήθηκε κι από την αλληλεπίδρασή τους με τους κατά τόπους αυτόχθονες λαούς. Άλλο παράδειγμα αποτελούν οι λαοί που μιλούσαν σκυθικές διαλέκτους αναμείχθηκαν δεόντως με Αντυγαμπάζιους, σχηματίζοντας τις ονομαστές σαρματικές φυλές, μία εκ των οποίων ήταν οι Αλανοί, γλωσσικό υπόλειμμα των οποίων αποτελούν οι Οσσέτες. Όμως, μερικής αλανικής καταγωγής είναι δεκάδες έθνη της Ευρώπης, από τους Καταλανούς και τους Έλληνες, έως τους Ρώσους και τους Τάταρους της Κριμαίας. Επιπλέον, οι Αντυγαμπάζιοι και οι Σαρμάτες από κοινού συνέβαλλαν στην τύπου "Σάτεμ" διαφοροποίηση των βαλτο-σλαβικών γλωσσών, από ένα συμπαγή βαλτο-σλαβο-γερμανικό κλάδο της αριο-ευρωπαϊκής ομάδας. Φυσικά οι ομιλούντες αριο-ευρωπαϊκές γλώσσες αλληλεπιδρούν και μεταξύ τους. Π.χ. οι Γαλάτες που σχεδόν άπαντες έγιναν λατινόφωνοι. Ακόμα πιο χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελούν οι αγγλόφωνοι, που ουσιαστικά μιλούν τρεις αριο-ευρωπαϊκές γλώσσες ενσωματωμένες σε μία, ήτοι λατινική, γερμανική (με πλησιέστερη τη φρισική διάλεκτο), και γαλλική (φράγκικη).

Κουλουβάχατα, που λένε και οι Άραβες. Όμως οι σύγχρονοι Έλληνες εκπαιδεύονται στο να μην ασχολούνται με τίποτα άλλο εκτός από τους όμορφα διαμορφωμένους ακροδεξιούς και παρωπιδικούς τους μύθους. Ακόμα και σε σοβαρούς κύκλους, υφέρπουν οι γνώριμες ψευτιές περί εθνικής αποκλειστικότητας, και φυλετικής καθαρότητας: "εμείς και κανένας άλλος", "λίγοι, αλλά Έλληνες", "οι γενναίοι πολεμούν σαν Έλληνες", "This is Sparta, πάρ'τα", "Macedonia is Greek, gamo to feleki mou" κτλ.


asp hit counter
Μουσαφίρηδες...



widgeo.net


2 σχόλια:

Nativist είπε...

Πολύ καλή δουλειά, Μιχάλη. Εύγε!
Αν κρίνω από το επίθετό σου, μάλλον κοντοχωριανοί είμαστε, ε;

Μιχάλης Καματερός είπε...

Ναι, φίλε μου είμαι κι εγώ από την παντέρμη Κρήτη!